Πασχάλιον Μήνυμα 2023 Mητροπολίτου μας κ.κ. Κυριλλου

 

ΚΥΡΙΛΛΟΣ

διά τῆς χάριτος τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ Μητροπολίτης τῆς Ἁγιωτάτης Μητροπόλεως Ῥόδου, πρός τόν ἱερό Κλῆρο καί τόν φιλόχριστο Λαό τῆς καθ̉  ἡμᾶς Ἱερᾶς Μητροπόλεως.

 

«Χαίρετε λαοὶ καὶ ἀγαλλιᾶσθε· Ἄγγελος ἐκάθισεν εἰς τὸν λίθον τοῦ μνήματος, αὐτὸς ἡμᾶς εὐηγγελίσατο, εἰπών· Χριστὸς ἀνέστη ἐκ νεκρῶν, ὁ Σωτὴρ τοῦ κόσμου καὶ ἐπλήρωσε τὰ σύμπαντα εὐωδίας· Χαίρετε λαοὶ καὶ ἀγαλλιᾶσθε.»[1]

Ἀδελφοί καί τέκνα ἐν Κυρίῳ ἀγαπητά.

ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ!

«Πάσχα ἱερὸν ἡμῖν σήμερον ἀναδέδεικται». Διανύσαμε "τὴν ψυχοφελῆ Τεσαρακοστήν", ζήσαμε τά κοσμοσωτήρια γεγονότα τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος καί φτάσαμε στήν "κλητὴ καὶ ἁγία ἡμέρα τῆς μιᾶς τῶν Σαββάτων", στήν χαρμόσυνη Ἑορτή τῶν Ἑορτῶν, τό Ἅγιο Πάσχα! Ὅπως οἱ Μυροφόρες Γυναῖκες πορεύθηκαν, γεμάτες ἀπό θλίψη καί ἀγωνία, πρός τόν τάφο τοῦ Ἐσταυρωμένου Χριστοῦ, ὅπου ἄκουσαν τά «καλά νέα», τά εὐαγγέλια τῆς Ἀναστάσεως, ἔτσι καί ἐμεῖς, ἔχοντες λαμπάδες στά χέρια μας, συναχθήκαμε στούς Ναούς μας, ἀφήνοντας πίσω μας τίς βιοτικές μας ἀγωνίες καί μέριμνες. Συγκεντρωθήκαμε "ἐν ἐκκλησίᾳ μεγάλῃ" νά ἀκούσουμε τόν ἄγγελο Κυρίου νά ἀναγγέλλει ὅτι «Ἠγέρθη ὁ Κύριος! Oὐκ ἔστιν ὧδε· ἴδε ὁ τόπος ὅπου ἔθηκαν αὐτόν.» Ἡ Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου γίνεται αἰτία πνευματικῆς εὐφροσύνης καί ἀγαλλιάσεως. Αἰτία μεγίστης χαρᾶς, ἡ ὁποία μέ ἀνέκφραστο τρόπο γεμίζει τίς καρδιές μας. Χαρά πού γαληνεύει κάθε πόνο καί κάθε δυστυχία. Χαρά πού ἐξαφανίζει κάθε σκυθρωπότητα τῆς ζωῆς στόν παρόντα χρόνο μας. Ταυτόχρονα, προκαλεῖ φόβο καί θαυμασμό μπροστά στό ἀνεξήγητο θεῖο θέαμα.

            Φεύγοντας οἱ Μυροφόρες γυναῖκες ἀπό τό "κενό Μνημεῖο", τόν ἄδειο τάφο, γεμάτες φόβο καί ἔκσταση, συναντούν τὸν ἀναστημένο Κύριο. Ξαφνικά ὁ Σωτήρας Χριστός παρουσιάζεται μπροστά τους, ἐπικυρώνοντας τά λόγια τοῦ ἀγγέλου μέ τήν σφραγίδα τῆς μορφῆς Του. Διαλύει τόν φόβο τους, ἐνισχύει τήν πίστη τους καί δίνει φτερά στίς ψυχές τους λέγοντας:  «Χαίρετε! Μή φοβάστε τίς δυσκολίες τῆς ζωῆς καί τόν θάνατο. Κατατρόπωσα τόν ἐχθρό. «Ὁ σταυρός φάνηκε συνήγορός μου. Ὁ τάφος ἔγινε μάρτυράς μου. Ὁ θάνατος ὁμολογεῖ τήν ἥττα του. Ὑπογράφηκε γιά τούς ἀνθρώπους ἡ ἀθανασία. Μαζί μου ἀνακαινίσθηκε ἡ φύση τῶν ἀνθρώπων… Γιά ὅλα αὐτά λοιπόν νά χαίρετε, νά χορεύετε, νά ἀγάλλεσθε, νά πανηγυρίζετε!».[2] Ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ ἄλλαξε τόν τρόπο πού ζοῦμε. Μέ τήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ «ἡ ζωή πολιτεύεται».  Ἀποκτᾶ μιά ταυτότητα πού βασίζεται στήν χαρούμενη καί ἁρμονική συνύπαρξη τῶν ἀνθρώπων μέ τόν Τριαδικό Θεό μέσα ἀπό μιά σχέση ἀγάπης. Σήμερα, τό «Χαίρετε» τοῦ Χριστοῦ  μᾶς δυναμώνει στίς ὀδυνηρές στιγμές μας. Μᾶς παρηγορεῖ ὅταν μᾶς περικυκλώνουν καί μᾶς κατατρομάζουν οἱ κίνδυνοι πού ἀπειλοῦν τήν ζωή μας. Μᾶς ἐμπνέει καί μᾶς φωτίζει τήν ὥρα πού δημιουργοῦμε. Ἡ παρουσία καί ὁ χαρμόσυνος λόγος Του μᾶς γεμίζει φῶς.   

            Ἡ χαρά τῆς Ἀναστάσεως ἐπιβεβαιώνει τήν οὐσιαστική ὀντότητα τῆς ἀνθρώπινης ὕπαρξης. Δέν πρόκειται γιά μιά χαρά πού βασίζεται στήν ἐφήμερη ἱκανοποίηση τῶν ἐπιθυμιῶν μας ἤ στήν ἀπόκτηση ἀγαθῶν. Οὔτε εἶναι μιά αἰσιοδοξία γιά τό μέλλον. Εἶναι ἡ εὐφροσύνη καί ἡ ἀγαλλίαση πού ὑπάρχει ὅταν ἡ ὕπαρξή μας ἐπιβεβαιώνεται διά τῆς ἀγάπης. Μέσα σέ αὐτή τήν ἀγάπη, οὐδείς ὑποτιμᾶται, ἐξουθενώνεται, ἐκμηδενίζεται.  Ἡ δέ ἐπιβεβαίωση διά τῆς ἀγάπης φέρνει τήν εἰρήνη καί τήν  ἐλπίδα,  μαζί μέ τήν ἀναγκαία ἐνθάρρυνση νά ἀναζητήσουμε τήν ἀληθινή ζωή καί τήν αἰωνιότητα. Ἡ χαρά τῆς Ἀναστάσεως πλαισιώνει τόν ὁρίζοντα τῆς ὑπάρξεώς μας καί διαρκῶς φλογίζει τίς καρδιές μας μέ τόν πόθο νά συναντήσουμε τόν Ἀναστημένο μας Χριστό σέ κάθε πτυχή τῆς ζωῆς μας.

            Κατά συνέπεια, ἡ οὐσία τῆς πνευματικῆς μας ζωῆς δέν εἶναι μόνο νά πιστέψουμε ὅτι ἀναστήθηκε ὁ Ἰησοῦς. Εἶναι νά ἔχουμε τήν  φλογερή ἐπιθυμία νά συναντήσουμε τόν Ἀναστάντα ἐκ νεκρῶν. Ζώντας τήν χαρά τῆς Ἀναστάσεως, χρειάζεται νά ἀφήσουμε τήν φωτοφόρο παρουσία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος νά μᾶς καθοδηγήσει καί νά μᾶς χαρίσει τήν χαρά νά δοῦμε τόν Χριστό μέ πνευματικά μάτια. Ἀλλά, ὄχι μόνο νά Τόν δοῦμε, ἀλλά νά Τόν γνωρίσουμε καί νά Τόν προσκυνήσουμε, ὅπως οἱ Μυροφόρες καί οἱ Ἀπόστολοι Τόν εἶδαν, Τόν γνώρισαν καί Τόν προσκύνησαν μετά τήν Ἔγερσή Του. Γνωρίζοντας τό Φῶς τῆς ζωῆς καί τήν Χαρά τῶν πάντων, θά λάμψουμε κι ἐμεῖς ὡς τό φῶς, θά ἔχουμε γιά πάντα χαρά μεγάλη καί  θά Τόν ἀκούσουμε νά μᾶς λέει: «ἰδοὺ ἐγὼ μεθʼ ὑμῶν εἰμι πάσας τὰς ἡμέρας ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος (Ματθ. 28:20).  

Χριστός ἀνέστη, ἀδελφοί καί τέκνα ἐν Κυρίῳ.

ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ!

Εὐχόμαστε τό ἀνέσπερο φῶς τῆς Ἀναστάσεως νά λάμψει στίς  καρδιές μας, νά γεμίσει ὁλόκληρη τήν οἰκουμένη καί νά διαλύσει κάθε ὑπαρξιακό καί κοσμικό σκοτάδι. Ὁ ἀναστημένος Χριστός νά εἰρηνεύσει τίς ψυχές μας καί τόν κόσμο καί ἡ χάρις Του νά ἐνεργεῖ μέσα μας ἀκατάπαυστα παρέχοντας μας τή βεβαιότητα τῆς παρουσίας Του στήν προσωπική μας ζωή καί στό εὐρύτερο κοινωνικό γίγνεσθαι.

Χρόνια πολλά καί εὐλογημένα, πλήρη ἀναστασίμου φωτός καί πασχάλιας χαρᾶς.

 

Ἅγιον Πάσχα τοῦ δισχιλιοστοῦ καί εἰκοστοῦ τρίτου σωτηρίου ἔτους

Διάπυρος πρός Χριστόν Ἀναστάντα εὐχέτης πάντων ἡμῶν.

 

Ο  ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ

† Ο ΡΟΔΟΥ  ΚΥΡΙΛΛΟΣ

ΠΑΤΡΙΑΡΧΙΚΗ ΑΠΟΔΕΙΞΙΣ (ΠΑΣΧΑ 2023)

 

† Β Α Ρ Θ Ο Λ Ο Μ Α Ι Ο Σ

ΕΛΕῼ ΘΕΟΥ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ - ΝΕΑΣ ΡΩΜΗΣ

ΚΑΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΣ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ

ΠΑΝΤΙ Τῼ ΠΛΗΡΩΜΑΤΙ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΧΑΡΙΝ, ΕΙΡΗΝΗΝ ΚΑΙ EΛΕΟΣ

ΠΑΡΑ ΤΟΥ ΕΝΔΟΞΩΣ ΑΝΑΣΤΑΝΤΟΣ ΧΡΙΣΤΟΥ

                                                                     * * *

 Τιμιώτατοι ἀδελφοί Ἱεράρχαι,

Προσφιλέστατα τέκνα,

Φθάσαντες, χάριτι θείᾳ, τήν πανσωστικήν Ἀνάστασιν τοῦ Κυρίου, δι᾿ ἧς κατηργήθη τό κράτος τοῦ θανάτου καί ἠνεώχθησαν τῷ ἀδαμιαίῳ γένει αἱ πύλαι τοῦ Παραδείσου, ἀπευθύνομεν πᾶσιν ὑμῖν πασχαλίους προσρήσεις καί ἐγκάρδιον ἑόρτιον χαιρετισμόν, ἀναβοῶντες τό κοσμοχαρμόσυνον «Χριστός Ἀνέστη!».

Ἡ ζωή τῆς Ἐκκλησίας, εἰς ὅλας τάς πτυχάς της, δονεῖται ἀπό τήν ἀνεκλάλητον χαράν τῆς Ἀναστάσεως. «Πεῖραν ἀναστάσεως» μαρτυροῦν οἱ ἆθλοι τῶν Ἁγίων καί τῶν Μαρτύρων τῆς πίστεως, ἡ λατρευτική καί μυστηριακή ἐμπειρία, ἡ ἐξαγγελία τοῦ Εὐαγγελίου «ἕως ἐσχάτου τῆς γῆς», ἡ εὐσέβεια καί ἡ πνευματικότης τῶν πιστῶν, ἡ θυσιαστική ἀγάπη καί ἡ κατά Χριστόν ἀναστροφή αὐτῶν, ἡ προσδοκία ἑνός κόσμου, ἔνθα «ὁ θάνατος οὐκ ἔσται ἔτι, οὔτε πένθος οὔτε κραυγή οὔτε πόνος οὐκ ἔσται ἔτι» [1].

Ἐν τῇ Ἀναστάσει καί δι᾿ αὐτῆς, τά πάντα εὑρίσκονται ἐν κινήσει πρός τήν τελείωσίν των ἐν τῇ Βασιλείᾳ τοῦ Θεοῦ. Αὐτή ἡ ἐσχατολογική ὁρμή ἔδιδε πάντοτε εἰς τήν Ὀρθόδοξον ἐγκόσμιον μαρτυρίαν δυναμισμόν καί προοπτικήν. Παρά τά περί τοῦ ἀντιθέτου θρυλούμενα, λόγῳ τοῦ ἐσχατολογικοῦ προσανατολισμοῦ τῆς ζωῆς της, ἡ Ἐκκλησία ποτέ δέν ἐσυνθηκολόγησεν ἀπέναντι εἰς τήν παρουσίαν τοῦ κακοῦ ἐν τῷ κόσμῳ εἰς ὅλας τάς μορφάς του, δέν ἀπώθησε τήν πραγματικότητα τοῦ πόνου καί τοῦ θανάτου, δέν ἠγνόησε τήν ἀμφισημίαν τῶν ἀνθρωπίνων πραγμάτων, ποτέ δέν ἐθεώρησε τόν ἀγῶνα δι᾿ ἕνα δικαιότερον κόσμον ἀλλότριον πρός τήν ἀποστολήν της.

Ἐγνώριζεν ὅμως ὅτι ὁ πόνος καί ὁ σταυρός δέν εἶναι ἡ ἐσχάτη πραγμα­τικότης. Ἡ βιωματική πεμπτουσία τῆς χριστιανικῆς ζωῆς εἶναι ἡ βεβαιότης ὅτι διά τοῦ Σταυροῦ, διά τῆς «στενῆς πύλης», ὁδηγούμεθα εἰς τήν Ἀνάστασιν. Ἡ πίστις αὐτή ἀποτυποῦται εἰς τό γεγονός ὅτι ὁ πυρήν τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς, ἡ Θεία Εὐχαριστία, συνδέεται οὐσιωδῶς μέ τήν Ἀνάστασιν τοῦ Χριστοῦ. Εἰς τήν Ὀρθό-δοξον παράδοσιν, ὅπως τονίζει ὁ μακαριστός Μητροπολίτης Περγάμου Ἰωάννης, ἡ Θεία Εὐχαριστία «εἶναι γεμάτη χαρά καί φῶς», διότι «δέν ἔχει ὡς βάση τόν Σταυρόν καί μία ἐξιδανίκευση τοῦ πάθους, ἀλλά τήν Ἀνάσταση ὡς ὑπέρβαση τοῦ πάθους τοῦ Σταυροῦ»[2]. Ἡ Θεία Εὐχαριστία μᾶς μεταφέρει εἰς τόν Γολγοθᾶν ὄχι διά νά παραμείνωμεν ἐκεῖ, ἀλλά διά νά ὁδηγηθῶμεν, διά μέσου τοῦ Σταυροῦ, εἰς τήν ἀείφωτον δόξαν τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Ἡ Ὀρθόδοξος πίστις εἶναι ὑπέρβασις τῆς οὐτοπικῆς σωτηρίας «χωρίς Σταυρόν» καί τοῦ ὑπαρκτικοῦ ναυαγίου τοῦ σταυροῦ «χωρίς Ἀνάστασιν».

Ἡ μετοχή μας εἰς τήν Ἀνάστασιν τοῦ Χριστοῦ ἐν τῷ μυστηρίῳ τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ἀφ᾿ ἑνός ἔμπρακτος κατάργησις κάθε οὐτοπισμοῦ τῶν «εὐρυ­χώρων ὁδῶν» καί τῶν ψευδεπιγράφων παραδείσων ἀπροσκόπτου εὐδαι­μονίας, ἐν ταὐτῷ δέ καί ὁριστική ὑπέρβασις τοῦ ἀπέλπιδος ἐγκλωβισμοῦ εἰς τήν δῆθεν ἀνυπέρβλητον ἀρνητικότητα, ἀφοῦ ὁ Σταυρός τοῦ Χριστοῦ κυοφορεῖ τήν Ἀνάστα­σιν, τήν «ἄληκτον εὐφροσύνην», τῆς «αἰωνίου δόξης τήν ἀπόλαυσιν». Ἡ συντριβή τοῦ θανάτου διά τοῦ Σταυροῦ καί τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Σωτῆρος ἀναφέρει τήν ζωήν μας εἰς τήν θεανθρωπίνην οὐσίαν της καί εἰς τόν οὐράνιον προορισμόν της.

Ἐν Χριστῷ γνωρίζομεν καί βιοῦμεν ὅτι ὁ παρών βίος δέν εἶναι ὅλη ἡ ζωή μας, ὅτι ὁ βιολογικός θάνατος δέν ἀποτελεῖ τέλος καί ἐκμηδενισμόν τῆς ὑπάρξεώς μας. Δέν ὁρίζουν τά βιολογικά ὅρια τῆς ζωῆς τήν ἀλήθειάν της. Ἐξ ἄλλου, ἡ αἴσθησις ὅτι ἡ ζωή εἶναι ἀναπότρεπτος «πορεία πρός τόν θάνατον» ὁδηγεῖ εἰς ὑπαρξιακά ἀδιέξοδα, εἰς ἀπόγνωσιν καί μηδενισμόν, εἰς ἀδιαφορίαν διά τά οὐσιώδη τοῦ βίου. Ἠ ἐπιστήμη, ἡ οἰκονομική καί κοινωνική πρόοδος, ἀδυνατοῦν νά προσφέρουν οὐσιαστικήν λύσιν καί διέξοδον. Οἱ Χριστιανοί εἶναι οἱ «ἔχοντες ἐλπίδα»[3], οἱ προσδοκῶντες τήν ἐρχομένην Βασιλείαν τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ὡς τήν τελικήν πραγματικότητα, ὡς πληρότητα ζωῆς καί γνώσεως, ὡς χαράν πεπληρωμένην, ὄχι μόνον διά τάς ἐπερχομένας γενεάς, ἀλλά διά σύμπαν τό ἀνθρώπινον γένος ἀπ᾿ ἀρχῆς καί ἄχρι τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος.

Αὐτήν τήν θέασιν τῆς ἱστορίας καί τῆς αἰωνιότητος, τόν ἀναστάσιμον χαρακτῆρα τῆς πίστεως, τοῦ ἤθους καί τοῦ πολιτισμοῦ τῆς Ὀρθοδοξίας, τό ἀδιαμφισβήτητον γεγονός ὅτι τό μέγα θαῦμα τῆς Ἀληθείας ἀποκαλύπτεται μόνον «τοῖς προσκυνοῦσιν ἐν πίστει τό μυστήριον», καλούμεθα νά μαρτυρῶμεν σήμερον εἰς ἕνα πολιτισμόν ἀπωθήσεως τοῦ Ὑπερβατικοῦ καί ποικίλων συρρικνώσεων τῆς πνευματικῆς ταυτότητος τῆς ἀνθρωπίνης ὑπάρξεως.

Δοξάζοντες ἐν ψαλμοῖς καί ὕμνοις καί ᾠδαῖς πνευματικαῖς τόν ἀναστάντα ἐκ νεκρῶν καί ἀνατείλαντα πᾶσι τήν αἰώνιον ζωήν Κύριον καί μετέχοντες ἐν ἀγαλλιάσει τῆς «κοινῆς τῶν ὅλων πανηγύρεως», δεόμεθα τοῦ πανσθενοῦς, πανσόφου καί πανοικτίρμονος Ποιητοῦ καί Λυτρωτοῦ τοῦ παντός, ὅπως εἰρηνεύῃ τόν κόσμον, χαρίζηται δέ τῷ γένει τῶν ἀνθρώπων πάντα τά σωτηριώδη δωρήματα Αὐτοῦ, ἵνα ὑμνῆται καί εὐλογῆται τό πάντιμον καί μεγαλοπρεπές ὄνομά Του, νῦν καί ἀεί καί εἰς πάντας τούς αἰῶνας. Ἀμήν!  

Φανάριον, Ἅγιον Πάσχα ,βκγ´

† Ὁ Κωνσταντινουπόλεως

διάπυρος πρός Χριστόν Ἀναστάντα

εὐχέτης πάντων ὑμῶν.

ΠΑΤΡΙΑΡΧΙΚΗ ΑΠΟΔΕΙΞΙΣ (ΠΑΣΧΑ 2022) & ΠΑΣΧΑΛΙΟΝ ΜΗΝΥΜΑ 2022

                                               ΠΑΤΡΙΑΡΧΙΚΗ ΑΠΟΔΕΙΞΙΣ (ΠΑΣΧΑ 2022) 


† Β Α Ρ Θ Ο Λ Ο Μ Α Ι Ο Σ

ΕΛΕῼ ΘΕΟΥ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ - ΝΕΑΣ ΡΩΜΗΣ

ΚΑΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΣ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ

ΠΑΝΤΙ Τῼ ΠΛΗΡΩΜΑΤΙ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΧΑΡΙΝ, ΕΙΡΗΝΗΝ ΚΑΙ EΛΕΟΣ

ΠΑΡΑ ΤΟΥ ΕΝΔΟΞΩΣ ΑΝΑΣΤΑΝΤΟΣ ΧΡΙΣΤΟΥ

* * *

Διατρέξαντες τόν δόλιχον τῶν ἀσκητικῶν ἀγώνων τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς καί βιώσαντες ἐν κατανύξει τά σεπτά Πάθη τοῦ Κυρίου, ἔμπλεοι νῦν τοῦ ἀϊδίου φωτός τῆς λαμπροφόρου Αὐτοῦ Ἐγέρσεως, ὑμνοῦμεν καί δοξολογοῦμεν τό ὑπερουράνιον ὄνομα Αὐτοῦ, ἀναβοῶντες τό κοσμοχαρμόσυνον «Χριστός Ἀνέστη!».

Ἀνάστασις εἶναι ὁ πυρήν τῆς πίστεως, τῆς εὐσεβείας, τοῦ πολιτισμοῦ καί τῆς ἐλπίδος τῶν Ὀρθοδόξων. Ἡ ζωή τῆς Ἐκκλησίας, εἰς τήν θεανθρωπίνην μυστηριακήν καί λατρευτικήν, πνευματικήν, ἠθικήν καί ποιμαντικήν ἔκφρασίν της καί εἰς τήν καλήν μαρτυρίαν περί τῆς ἐλθούσης ἐν Χριστῷ χάριτος καί τῆς προσδοκωμένης «κοινῆς ἀναστάσεως», ἐνσαρκώνει καί ἀντανακλᾷ τήν συντριβήν τοῦ κράτους τοῦ θανάτου διά τοῦ Σταυροῦ καί τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Σωτῆρος ἡμῶν, καί τήν ἀπελευθέρωσιν τοῦ ἀνθρώπου ἐκ τῆς «δουλείας τοῦ ἀλλοτρίου». Ἀνάστασιν μαρτυροῦν οἱ Ἅγιοι καί οἱ Μάρτυρες τῆς πίστεως, τό δόγμα, τό ἦθος, ἡ κανονική δομή καί λειτουργία τῆς Ἐκκλησίας, οἱ ἱεροί ναοί, τά μοναστήρια καί τά σεπτά προσκυνήματά μας, ὁ ἔνθεος ζῆλος τοῦ ἱεροῦ κλήρου, ἡ ἀπροϋπόθετος ἀφιέρωσις τοῦ ἔχειν καί τοῦ εἶναι τῶν μοναχῶν εἰς τόν Χριστόν,τό ὀρθόδοξον φρόνημα τῶν πιστῶν καί ἡ ἐσχατολογική ὁρμή συνόλου τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ τρόπου τοῦ βίου.

Ὁ ἑορτασμός τοῦ Πάσχα δέν εἶναι διά τούς Ὀρθοδόξους μία προσωρινή ἀπόδρασις ἀπό τήν ἐγκόσμιον πραγματικότητα καί τάς ἀντιφάσεις της, ἀλλά διατράνωσις τῆς ἀκλονήτου πίστεως, ὅτι ὁ πατήσας θανάτῳ τόν θάνατον Λυτρωτής τοῦ ἀδαμιαίου γένους εἶναι ὁ Κύριος τῆς ἱστορίας, ὁ ἀεί «μεθ᾽ ἡμῶν» καί «ὑπέρ ὑμῶν» Θεός τῆς ἀγάπης. Πάσχα εἶναι ἡ βιωματική βεβαιότης, ὅτι ὁ Χριστός εἶναι ἡ ἐλευθεροποιός Ἀλήθεια, τό θεμέλιον, ὁ ὑπαρκτικός ἄξων καί ὁρίζων τῆς ζωῆς μας. «Χωρίς ἐμοῦ οὐ δύνασθε ποιεῖν οὐδέν» (Ἰωάν. ιε´, 5). Οὐδεμία περίστασις, «θλῖψις ἤ στενοχωρία ἤ διωγμός ἤ λοιμός ἤ γυμνότης ἤ κίνδυνος ἤ μάχαιρα» (Ρωμ. η´, 35) δύναται νά χωρίσῃ τούς πιστούς ἀπό τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ. Αὐτή ἡ ἀκλόνητος πεποίθησις ἐμπνέει καί ἐνισχύει τήν δημιουργικότητά μας καί τήν βούλησιν νά καθιστάμεθα ἐν τῷ κόσμῳ «Θεοῦ συνεργοί» (Α᾽Κορ. γ´9). Ἐγγυᾶται, ὅτι ἀπέναντι εἰς ἀνυπέρβλητα ἐμπόδια καί ἀδιέξοδα, ἐκεῖ ὅπου κατ᾽ ἄνθρωπον δέν διαφαίνεται λύσις, ὑπάρχει ἐλπίς καί προοπτική. «Πάντα ἰσχύω ἐν τῷ ἐνδυναμοῦντι με Χριστῷ» (Φιλιπ. δ´, 13). Ἐν Χριστῷ ἀναστάντι γνωρίζομεν ὅτι τό κακόν, ὑπό ὅλας του τάς μορφάς, δέν ἔχει τόν τελευταῖον λόγον εἰς τήν πορείαν τῆς ἀνθρωπότητος.

Πεπληρωμένοι εὐγνωμοσύνης καί χαρᾶς διά τήν ἀποδοθεῖσαν ὑπό τοῦ Κυρίου τῆς δόξης τιμήν καί ὑψίστην ἀξίαν εἰς τόν ἄνθρωπον, θλιβόμεθα ἐνώπιον τῆς πολυκεφάλου βίας, τῆς κοινωνικῆς ἀδικίας καί τῆς καταπατήσεως τῶν ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων εἰς τήν ἐποχήν μας. «Τό φαιδρόν τῆς ἀναστάσεως κήρυγμα» καί τό «Χριστός Ἀνέστη» συνηχοῦν σήμερον μέ τήν κλαγγήν τῶν ὅπλων, τήν κραυγήν ἀγωνίας τῶν ἀθώων θυμάτων τῆς πολεμικῆς βίας καί τῶν προσφύγων, μεταξύ τῶν ὁποίων εὑρίσκονται πολυάριθμα ἀθῶα παιδία. Διε-πιστώσαμεν ἰδίοις ὄμμασι τά προβλήματα κατά τήν πρόσφατον ἐπίσκεψίν μας εἰς τήν Πολωνίαν, ὅπου κατέφυγεν ὁ κύριος ὄγκος τῶν προσφύγων ἐξΟὐκρανίας. Συμπάσχομεν μέ τόν εὐσεβῆ καί γενναῖον Οὐκρανικόν λαόν, ὁ ὁποῖος αἴρει βαρύν σταυρόν, προσευχόμεθα καί ἀγωνιζόμεθα διά τήν εἰρήνην καί τήν δικαιοσύνην δι᾽ ὅσους τάς στεροῦνται. Εἶναι ἀδιανόητον δι᾽ ἡμᾶς τούς Χριστιανούς νά σιωπῶμεν ἐνώπιον τῆς καταρρακώσεως τῆς ἀνθρωπίνης ἀξιοπρεπείας. Ὁμοῦ μετά τῶν θυμάτων τῶν ἐνόπλων συγκρούσεων, ὁ «μεγάλος ἡττημένος» τῶν πολέμων εἶναι ἡ ἀνθρωπότης, ἡ ὁποία εἰς τήν μακράν ἱστορίαν της δέν κατώρθωσε νά καταργήσῃ τόν πόλεμον. Ὁ πόλεμος ὄχι μόνον δέν λύει προβλήματα, ἀλλά δημιουργεῖ νέα καί πολυπλοκώτερα. Σπείρει διχασμόν καί μῖσος, μεγεθύνει τό χάσμα μεταξύ τῶν λαῶν. Ἡμεῖς πιστεύομεν στερρῶς, ὅτι ἡ ἀνθρωπότης δύναται νά ζήσῃ χωρίς πολέμους καί βίαν.

Ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, ἐκ τῆς φύσεώς της, λειτουργεῖ ὡς παράγων εἰρήνης. Ὄχι μόνον δέεται ὑπέρ τῆς «ἄνωθεν εἰρήνης» καί τῆς «εἰρήνης τοῦ σύμπαντος κόσμου», ἀλλά τονίζει τήν σημασίαν τῆς ἀνθρωπίνης προσπαθείας διά τήν ἑδραίωσίν της. Ἴδιον τοῦ χριστιανοῦ εἶναι πρωτίστως «τό εἰρηνοποιεῖν». Ὁ Χριστός μακαρίζει τούς εἰρηνοποιούς, ὁ ἀγών τῶν ὁποίων εἶναι ἁπτή παρουσία τοῦ Θεοῦ ἐν τῷ κόσμῳ καί εἰκονίζει τήν εἰρήνην τήν «πάντα νοῦν ὑπερέχουσαν» (Φιλιπ. δ´, 7), ἐν τῇ «καινῇ κτίσει», ἐν τῇ εὐλογημένῃ Βασιλείᾳ τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἡ Ἐκκλησία μας, ὡς προσφυῶς τονίζεται εἰς τό κείμενον τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου «Ὑπέρ τῆς τοῦ κόσμου ζωῆς». Τό κοινωνικό ἦθος της Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, «τιμᾷ τούς μάρτυρες, οἱ ὁποῖοι προσέφεραν τή ζωή τους γιά τήν εἰρήνην, ὡς μάρτυρες τῆς δύναμης τῆς ἀγάπης, τοῦ κάλλους τῆς δημιουργίας στήν ἀρχική καί τελική της μορφή, καί τῆς ἰδεώδους ἀνθρωπίνης συμπεριφορᾶς, ὅπως τήν ὑπέδειξε ὁ Χριστός κατά τή διάρκεια τῆς ἐπίγειας διακονίας Του» (§ 44).

Τό Πάσχα εἶναι πανήγυρις ἐλευθερίας, χαρᾶς καί εἰρήνης. Ἀνυμνοῦντες εὐσεβοφρόνως τήν Ἀνάστασιν τοῦ Χριστοῦ καί βιοῦντες ἐν αὐτῇ καί τήν ἰδικήν μας συνανάστασιν, προσκυνοῦντες δέ ἐν πίστει τό μέγα μυστήριον τῆς Θείας Οἰκονομίας, καί μετέχοντες τῆς «κοινῆς τῶν ὅλων πανηγύρεως», ἀπευθύνομεν  ἐκ τῆς ἀεί σταυροαναστασίμου πανσέπτου καθέδρας τῆς Ἐκκλησίας Κωνσταντινουπόλεως πρός πάντας ὑμᾶς, τιμιώτατοι ἀδελφοί καί προσφιλέστατα τέκνα, ἐγκάρδιον πασχάλιον χαιρετισμόν, ἐπικαλούμενοι ἐφ᾽ ὑμᾶς τήν χάριν καί τό ἔλεος τοῦ νεκρώσαντος τόν ᾍδην καί χαρισαμένου ἡμῖν τήν αἰώνιον ζωήν Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ τοῦ παντός. 

 

Φανάριον, Ἅγιον Πάσχα,βκβ´

† ὉΚωνσταντινουπόλεως ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟΣ

διάπυρος πρός Χριστόν Ἀναστάντα


Πασχάλιον Μήνυμα 2022


ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΝ  ΠΑΤΡΙΑΡΧΕΙΟΝ

ΙΕΡΑ  ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ  ΡΟΔΟΥ

 

ΚΥΡΙΛΛΟΣ

διά τῆς χάριτος τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ Μητροπολίτης τῆς Ἁγιωτάτης Μητροπόλεως Ῥόδου, πρός τόν ἱερό Κλῆρο καί τόν φιλόχριστο Λαό τῆς καθ̉  ἡμᾶς Ἱερᾶς Μητροπόλεως.

 

 «Αὕτη ἡ κλητή καί ἁγία ἡμέρα, ἡ μία τῶν Σαββάτων, ἡ βασιλίς καί κυρία, ἑορτή ἑορτῶν καί πανήγυρις ἐστί πανηγύρεων..»

 

Ἀδελφοί καί τέκνα ἐν Κυρίῳ ἀγαπητά.

ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ

«Πάσχα ἱερὸν ἡμῖν σήμερον ἀναδέδεικται». Λαμπροφόρος καί κοσμοχαρμόσυνος ἀνέτειλε ἡ ἡμέρα τῆς Ἀναστάσεως καί ἐμεῖς, ὁ Ὀρθόδοξος λαός, πανηγυρίζουμε ἑόρτια «ἐν Ἐκκλησίᾳ μεγάλῃ» καί ἐξαγγέλουμε τά νικητήρια, ἐκφράζοντες τή διαχρονική αὐτοσυνειδησία τῆς πίστεως. Οἱ καμπάνες τῶν Ναῶν μας διακηρύσσουν μέσα στήν ἀνοιξιάτικη νύκτα τό γεγονός ὅτι «ἀνέστη ὁ Κύριος ὄντως». Ὁ νικηφόρος παιᾶνας «Χριστὸς ἀνέστη ἐκ νεκρῶν, θανάτῳ θάνατον πατήσας...» ἀντηχεῖ στίς καρδιές μας καί ἀνεβαίνει χαιρετισμός χαρᾶς, ἐλπίδας καί εἰρήνης στά χείλη μας.  

          Ὅμως, οἱ ταραχές καί οἱ πόλεμοι πού συγκλονίζουν τή σημερινή ἀνθρωπότητα, σέ ὅλα τά ἐπίπεδα τῆς ζωῆς, προκαλοῦν τήν ὀξύμωρη ἐντύπωση ὅτι, στήν πραγματικότητα, ζοῦμε μιά συνεχόμενη Μεγάλη Παρασκευή. Στά μέσα ἐνημερώσεως διαρκῶς προβάλλονται ἀπάνθρωπα γεγονότα, ἀνεπανόρθωτες καταστροφές, φόνοι καί διάφορα εἴδη συρροῆς ἐγκλημάτων. Σέ κοινωνικό ἐπίπεδο, ὁ κόσμος φαίνεται νά χωρίζεται σέ διάφορες παρατάξεις πού ἐκφράζουν ἀκραῖες καί ἀντιμαχόμενες ἀπόψεις, ἐνῶ, σέ οἰκογενειακό καί προσωπικό ἐπίπεδο, βιώνεται μιά ἔνταση πού ἐκφράζεται μέ τρόπους πού ὑπονομεύουν τήν ἐμπιστοσύνη, τήν ἐπικοινωνία καί τήν ἑνότητα μεταξύ τῶν συνανθρώπων. Ὅλη αὐτή ἡ κατάσταση δημιουργεῖ τήν ἀπορία περί τῆς σημασίας τοῦ ἑορτασμοῦ αὐτῆς τῆς λαμπρᾶς πανηγύρεως. Ἀκούγοντας τό χαρμόσυνο μήνυμα τῆς νίκης κατά τοῦ θανάτου, τῆς αἰώνιας ζωῆς, τῆς ἀγάπης καί τῆς εἰρήνης, διερωτᾶται κανείς πῶς μπορεῖ αὐτό τό μήνυμα νά εἰσχωρήσει στίς καρδιές τῶν ἀνθρώπων, ὥστε νά ἀλλάξει καί νά γαληνεύσει ὁ κόσμος. Γιά νά λύσουμε αὐτή τήν ἀπορία, πρέπει πρῶτα νά ἀνατρέξουμε στόν Σταυρό, καί μετά νά πορευθοῦμε, μαζί μέ τίς μυροφόρες γυναῖκες, στόν Τάφο τοῦ Κυρίου. 

          Ἡ δυσκολία νά κατανοήσουμε καί νά βιώσουμε τό μήνυμα τῆς Ἀναστάσεως σχετίζεται μέ τόν λανθασμένο τρόπο πού βιώνουμε τή Σταύρωση. Συνήθως βιώνουμε τή Σταύρωση σάν ἕνα μελοδραματικό γεγονός, παραμένοντας θεατές μιᾶς τραγωδίας, μέ τόν ἴδιο τρόπο πού βλέπουμε ἀπό ἀπόσταση τά λυπηρά γεγονότα πού προβάλλονται καθημερινά στίς ὀθόνες μας. Ἐπιπλέον, ταυτίζουμε τά πάθη τοῦ  Ἐσταυρωμένου Ἰησοῦ μέ τίς ἀτομικές μας δυσκολίες, ἀγνοώντας τή σημασία πού ἔχει ἡ θυσιαστική ἀγάπη Του καί λυτρωτική ἐνέργειά Του γιά ὁλάκερη τήν κτίση. Ἔτσι, ὁ Σταυρός γίνεται τό σύμβολο μιᾶς ἀτομικῆς προσπάθειας, μιᾶς ἰδεολογίας ἤ ἑνός κινήματος πού μάχεται γιά ἕνα κοινωνικό «δίκαιο» ἤ μιά ἀτομική δικαίωση πού δέν σχετίζεται μέ τή δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ. 

          Πράγματι, ὁ Σταυρός εἶναι τό σύμβολο τῆς ταπείνωσης, τοῦ πόνου, τῆς μοναξιᾶς καί τῆς ἀδικίας, ἀλλά εἶναι καί ἡ ἔσχατη ἔνδειξη τῆς δικαιοσύνης τοῦ Θεοῦ, μιᾶς δικαιοσύνης πού βασίζεται στό ἔλεός Του, στή θέλησή Του νά ἀποκαταστήσει τόν κόσμο στήν ἀρχέγονη κατάστασή του, ὥστε ὅλη ἡ ἀνθρωπότητα νά βιώνει μιά ζωντανή σχέση μέ τόν Τριαδικό Θεό. Γι᾿ αὐτό, ὁ Σταυρός εἶναι καί τό σημεῖο τῆς Ἀνάστασης, τῆς συμφιλίωσης καί τῆς ἑνότητας τῶν πάντων.   

          Τό τραγικό γεγονός τῆς Σταύρωσης εἶναι ὅτι ὁ Χριστός ὑπέφερε στόν Σταυρό ἐπειδή ὁ κόσμος δέν τόν δέχθηκε. Δέν ἀναγνώρισε τή θεϊκή Του φιλανθρωπία καί δέν θέλησε νά συμφιλιωθεῖ καί νά ἑνωθεῖ γύρω ἀπό τή δική Του ἀγάπη. Τότε, τό σκοτάδι σκέπασε ὅλη τή γῆ. Ὅταν ὑποφέρουμε καί ζοῦμε τραγικά γεγονότα, ὅπως αὐτά πού ζοῦμε σήμερα,  φανερώνεται  ἡ σκοτεινή πραγματικότητα τῆς ἀνθρωπότητας, ὅτι ὁ κόσμος συνεχίζει νά ἐναντιώνεται στήν ἀποκαταστατική δικαιοσύνη τοῦ Σταυροῦ· ὅτι ἀρνεῖται νά συμφιλιωθεῖ καί νά ἑνωθεῖ γύρω ἀπό τόν Θεό.  Διαρκῶς σταυρώνουμε τόν Χριστό καί προσπαθοῦμε νά θανατώσουμε τή Ζωή τοῦ κόσμου, ἀλλά ὁ Ζωοδότης  δέν μπορεῖ νά περιορίσει καί νά τερματίσει τήν ἀγάπη Του γιά τόν κόσμο. Διαρκῶς θυσιάζεται, γιά νά μᾶς φανερώσει τήν ἀγάπη Του. Στόν Σταυρό, ἁπλώνει τά χέρια Του πλατιά καί μᾶς καλεῖ νά Τόν συναντήσουμε. Κατεβαίνει στόν ἀτομικό μας Ἅδη, ὅπου σκύβει νά μᾶς σηκώσει ἀπό τόν τάφο τῆς κενῆς μας καθημερινότητας καί, μετά, μᾶς ἀνασταίνει σέ μιά νέα ζωή, ὥστε νά ζήσουμε ἑνωμένοι καί πεπληρωμένοι  στήν ἀγάπη τοῦ Πατρός καί στήν Αἰώνιά Του Βασιλεία.  

          Τό βράδυ τῆς Ἀναστάσεως, βλέπουμε τίς μυροφόρες νά πορεύονται μέσα στό σκοτάδι πρός τόν τάφο τοῦ Ἰησοῦ γιά νά «συναντήσουν» τό νεκρό Του σῶμα. Θεωρώντας ὅτι ὁ ἀγαπημένος τους ἦταν θῦμα μιᾶς τραγικῆς ἀδικίας, φέρουν μαζί τους ἀρώματα γιά νά καλύψουν τήν ἀσχήμια τοῦ θανάτου καί νά τιμήσουν τό σῶμα Του, ὥστε νά εἶναι ἕτοιμο γιά νά παραδοθεῖ στή φθορά τοῦ θανάτου, ἀλλά ἡ προσπάθειά τους πέφτει στό κενό. Ἐκεῖ, ὁ Ἄγγελος τούς μηνύει ὅτι δέν πρέπει νά ἀναζητήσουν τόν Κύριο «μετά τῶν νεκρῶν» μέ μάταιες τυπολατρικές πράξεις. Ἀνέστη  Χριστός! Πρέπει νά τρέξουν γιά νά Τόν συναντήσουν, ἀλλά πρῶτα πρέπει νά ἑνωθοῦν μέ τούς μαθητές Του καί νά πᾶνε μαζί σέ ἕναν ἄλλο τόπο. «Ἐκεῖ αὐτόν ὄψεσθε», θά ἀκούσουν.

Ἀγαπητοί ἀδελφοί καί τέκνα ἐν Κυρίῳ.

          Τό σκοτάδι τῶν τραγικῶν γεγονότων πού βιώνουμε σήμερα, τό διαπερνᾶ τό φῶς τῆς Ἀναστάσεως. «Νῦν πάντα πεπλήρωται φωτός, οὐρανός τε καί ἡ γῆ, καί τά καταχθόνια». Ὅλη ἡ κτίση ἀποκαθίσταται ἐκ νέου. «Τά ἀρχαῖα παρῆλθεν, ἰδού γέγονεν καινά τά πάντα».  Τό φῶς τοῦ Χριστοῦ φωτίζει τό σκοτάδι τοῦ κόσμου καί δίνει μιά ἄλλη διάσταση στή ζωή. Ὁ Ἀναστημένος Χριστός ἔρχεται ὡς νικητής τῆς ἔχθρας καί τῆς ἀντιπαλότητας. Ἔρχεται γιά νά μᾶς συναντήσει, ὥστε νά γίνουμε κοινωνοί τῆς Θείας Φύσεως. Ζητάει νά ἀλλάξουμε τόν τρόπο πού ζοῦμε· νά ἀφήσουμε πίσω μας τίς νεκρές πράξεις, πού μόνο θλίψη φέρουν· νά Τοῦ ἐπιτρέψουμε νά μᾶς ἀναστήσει· νά μᾶς χαρίσει τήν εἰρήνη πού παρέχει· νά μᾶς ντύσει μέ τό φωτεινό ἔνδυμα τῆς Ἀναστάσεως· νά συμβιώσουμε μαζί Του στήν καινή του Βασιλεία. Στή συνέχεια, θά μᾶς ἀναθέσει τή «διακονία τῆς καταλλαγῆς», τό νά ἀναγγείλουμε τό γεγονός τῆς συμφιλίωσης σέ ὅλο τόν κόσμο.  Τότε, τά γεγονότα τοῦ κόσμου τούτου δέν θά δεσπόζουν στήν καρδιά μας, ἀλλά θά δεσπόζει τό Φῶς τοῦ Ἀναστάντος Χριστοῦ.

Χριστός ἀνέστη, ἀδελφοί καί τέκνα ἐν Κυρίῳ. Εὐχόμαστε τοῦτο τό φῶς, τό ἀνέσπερο φῶς τῆς Ἀναστάσεως νὰ λάμψει στίς  καρδιές μας, νά κατακλύσει τήν οἰκουμένη καί νά διαλύσει κάθε σκοτάδι πού ταλαιπωρεῖ τή σύγχρονη ἀνθρωπότητα. Χρόνια πολλά καί εὐλογημένα, πλήρη ἀναστασίμου φωτός καί πασχάλιας χαρᾶς.

 

Ἅγιον Πάσχα τοῦ δισχιλιοστοῦ καὶ εἰκοστοῦ δευτέρου σωτηρίου ἔτους

Διάπυρος πρὸς Χριστὸν Ἀναστάντα εὐχέτης πάντων ἡμῶν.

 

Ο  ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ

†Ο ΡΟΔΟΥ  ΚΥΡΙΛΛΟΣ

εὐχέτης πάντων ὑμῶν.

Λόγος Κατηχητήριος ἐπί τῇ ἐνάρξει τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς (2022)

 


+ Β Α Ρ Θ Ο Λ Ο Μ Α Ι Ο Σ

ΕΛΕῼ ΘΕΟΥ

ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ - ΝΕΑΣ ΡΩΜΗΣ

ΚΑΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΣ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ

ΠΑΝΤΙ Τῼ ΠΛΗΡΩΜΑΤΙ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ,

ΧΑΡΙΣ ΕΙΗ ΚΑΙ ΕΙΡΗΝΗ

ΠΑΡΑ ΤΟΥ ΣΩΤΗΡΟΣ ΚΑΙ ΚΥΡΙΟΥ ΗΜΩΝ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ,

ΠΑΡ᾿ HΜΩΝ ΔΕ ΕΥΧΗ, ΕΥΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΣΥΓΧΩΡΗΣΙΣ

* * *

Τιμιώτατοι ἀδελφοί καί προσφιλέστατα τέκνα ἐν Κυρίῳ,

Δοξάζομεν τόν ἐν Τριάδι Θεόν, τόν ἀγαγόντα ἡμᾶς ἐν Ἐκκλησίᾳ καί πάλιν εἰς τήν πάνσεπτον καί εὐλογημένην περίοδον τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, εἰς τό στάδιον τῆς σωματικῆς καί πνευματικῆς γυμνασίας καί τῶν ἀσκητικῶν ἀγώνων, διά νά προετοιμασθῶμεν χριστοπρεπῶς καί νά πορευθῶμεν ἐν ταπεινώσει πρός τήν Ἁγίαν καί Μεγάλην Ἑβδομάδα καί τήν ζωηφόρον Ἀνάστασιν τοῦ Κυρίου.

Ἡ ἄσκησις δέν εἶναι, βεβαίως, χαρακτηριστικόν μόνον τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, οὔτε μόνον ὑπόθεσις καί καθῆκον τῶν μοναστῶν, οὔτε ἀποτέλεσμα ἔξωθεν ἐπιρροῶν ἐπί τοῦ χριστιανικοῦ ἤθους, παρείσακτον δηλαδή στοιχεῖον εἰς τήν εὐσέβειάν μας. Ὁ ἀσκητισμός ἀνήκει εἰς τόν πυρῆνα τῆς χριστιανικῆς ὑπάρξεως καί τῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας. Ἀποτελεῖ κλῆσιν τοῦ Χριστοῦ πρός τούς πιστούς καί μαρτυρίαν τῆς σωστικῆς παρουσίας Του εἰς τήν ζωήν μας. Δέν ἀπευθυνόμεθα οἱ πιστοί εἰς ἕνα Θεόν ἀπρόσωπον καί ἀπρόσιτον, ἀλλά εἰς τόν σαρκωθέντα Λόγον, τόν ἀποκαλύψαντα τήν ἀγάπην τοῦ Θεοῦ καί Πατρός καί τήν κοινωνίαν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τό πλήρωμα τῆς χάριτος καί τῆς ἐλευθερίας. Ἐν τῇ ἐννοίᾳ ταύτῃ, ἡ πλήρης θείων εὐλογιῶν καί ἰδιαιτέρων βαθέων βιωμάτων Ἁγία καί Μεγάλη Τεσσαρακοστή, παραμένει δυναμική ἔκφρασις καί ἀποκάλυψις τοῦ πλούτου καί τῆς ἀληθείας συνόλου τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς. 

Τίποτε εἰς τήν ζωήν τῶν πιστῶν δέν εἶναι ἀποσπασματικόν καί αὐτοσκοπός. Ἡ ἐν Χριστῷ ζωή εἶναι ὁλιστική καί ἀδιαίρετος. Μετάνοια, ταπεινοφροσύνη, προσευχή, νηστεία, ἔργα εὐποιΐας, εἶναι ἀλληλένδυτα καί προσανατολίζουν τόν πιστόν εἰς τήν Εὐχαριστίαν τῆς Ἐκκλησίας, τό ἐσχατολογικόν μυστήριον τῆς Βασιλείας. Οἱ ἀσκητικοί ἀγῶνες εἶναι ἡ ἀρχή, ἡ «στενή πύλη», ἡ ὁποία μᾶς ὁδηγεῖ εἰς τά Ἅγια τῶν Ἁγίων. Δέν ὑπάρχει εἰς τήν Παράδοσίν μας «ἄσκησις διά τήν ἄσκησιν». Ὁ ἀσκητισμός εἶναι πάντοτε πορεία, καί ὁλοκληρώνεται ὅταν ἐκκλησιαστικοποιηθῇ, ὅταν μᾶς ὁδηγήσῃ εἰς τήν κοινωνίαν τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων, διά τῆς ὁποίας ἐνσωματωνόμεθα εἰς τήν κίνησιν τῆς Ἐκκλησίας πρός τά Ἔσχατα. Ὑπενθυμίζομεν τό παράδειγμα τῆς τιμωμένης κατά τήν Ε’ Κυριακήν τῶν Νηστειῶν Ὁσίας Μαρίας τῆς Αἰγυπτίας, ἡ ὁποία, μετά ἀπό τεσσαράκοντα ἔτη σκληρᾶς ἀσκήσεως καί ἀδιαλείπτου προσευχῆς, ἐπεδίωξε τήν μετάληψιν τοῦ Σώματος καί τοῦ Αἵματος τοῦ Χριστοῦ ἐκ τῶν χειρῶν τοῦ Ἁγίου Ζωσιμᾶ, ἐν ἐπιγνώσει ὅτι ἡ Θεία Κοινωνία εἶναι ἡ πηγή τῆς ζωῆς καί φάρμακον ἀθανασίας. Καί ἡ Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας (Κρήτη, 2016), ἡ ὁποία ἀπεκάλεσε τήν νηστείαν «μέγα πνευματικόν ἀγώνισμα» καί «τήν κατ᾿ ἐξοχήν ἔκφρασιν τοῦ ἀσκητικοῦ ἰδεώδους τῆς Ὀρθοδοξίας», τονίζει ὅτι «ἡ ἀληθής νηστεία ἀναφέρεται εἰς τήν καθ᾿ ὅλου ἐν Χριστῷ ζωήν τῶν πιστῶν καί κορυφοῦται διά τῆς συμμετοχῆς αὐτῶν εἰς τήν θείαν λατρείαν καί ἰδίᾳ εἰς τό μυστήριον τῆς Θείας Εὐχαριστίας» (Ἡ σπουδαιότης τῆς νηστείας καί ἡ τήρησις αὐτῆς σήμερον, § 1 καί 3).

Δέν νοεῖται Ὀρθόδοξος πνευματικότης ἄνευ μετοχῆς εἰς τήν Θείαν Εὐχαριστίαν, διά τῆς ὁποίας οἱ πιστοί καθιστάμεθα ἕν σῶμα, κοινωνία προσώπων, κοινότης ζωῆς, μέτοχοι τῆς «κοινῆς σωτηρίας» ἐν τῷ Σωτῆρι Χριστῷ, ὁ ὁποῖος εἶναι «κοινόν ἀγαθόν». Οὕτω ἡ νηστεία εἶναι ὑποταγή καί ὑπακοή εἰς τόν κανόνα τῆς Ἐκκλησίας, κοινοτική ἐμπειρία. Ἡ Ἁγία καί Μεγάλη Τεσσαρακοστή εἶναι πρόσκλησις νά ἀνακαλύψωμεν τήν Ἐκκλησίαν ὡς τόπον καί τρόπον ἁγιασμοῦ καί ἁγιότητος, ὡς πρόγευσιν καί εἰκόνα τῆς ἐκπάγλου φωτοχυσίας, τῆς πληρότητος ζωῆς καί τῆς πεπληρωμένης χαρᾶς τῆς ἐσχατολογικῆς Βασιλείας. Βιωματικῶς καί θεολογικῶς εἶναι ἀδύνατον νά κατανοήσωμεν τό πνεῦμα τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, ἐάν δέν τήν θεωρήσωμεν ὡς πορείαν πρός τό Πάσχα. Καθ᾽ὅλην τήν περίοδον τῆς νηστείας διασώζεται μία «πασχαλινή ἀντίληψις» διά τήν ζωήν. Ὁ σκυθρωπός ἀσκητισμός εἶναι κακή ἀλλοίωσις τοῦ χριστιανικοῦ βιώματος, λήθη τῆς ἐλθούσης χάριτος καί τῆς ἐρχομένης Βασιλείας, ζωή «σάν νά μήν ἦλθε ποτέ ὁ Χριστός», χωρίς τήν προσδοκία τῆς «ἀναστάσεως τῶν νεκρῶν» καί τῆς «ζωῆς τοῦ μέλλοντος αἰῶνος».

Αὐτό τό πνεῦμα ἐνεσάρκωνεν ἡ πρό τοῦ Πάσχα νηστεία καί εἰς τήν ἀρχαίαν Ἐκκλησίαν, ὡς καιρός προετοιμασίας τῶν κατηχουμένων διά τό Ἅγιον Βάπτισμα κατά τήν Θείαν Λειτουργίαν τῆς Ἀναστάσεως. Καί ὅταν, ἀργότερα, ὁ κατηχητικός χαρακτήρ τῆς περιόδου τῆς νηστείας αὐτῆς ἀντικατεστάθη ἀπό τό ἦθος τῆς μετανοίας, διεσώθη καί παραμένει ὡς ὑπαρξιακόν ὑπόβαθρον ἡ βίωσις τῆς «μετανοίας» ὡς «δευτέρου βαπτίσματος», τό ὁποῖον μᾶς ὁδηγεῖ ἐκ νέου εἰς τήν πασχάλιον εὐχαριστιακήν πληρότητα τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς, εἰς τόν οἶκον τοῦ Πατρός, εἰς τήν κοινωνίαν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Καί ἐδῶ ἡ «ἄρσις τοῦ σταυροῦ» ἀποτελεῖ ὁδόν πρός τήν ἀνεκλάλητον χαράν τῆς Ἀναστάσεως.

Τόν ἰδικόν του βαρύν Σταυρόν αἴρει κατά τάς ἡμέρας αὐτάς ὁ εὐσεβῆς Οὐκρα-νικός λαός, ὑφιστάμενος τά ἀνείπωτα δεινά ἑνός ἀπροκλήτου καί παραλόγου ἐπιθετικοῦ πολέμου, ὁ ὁποῖος σκορπᾷ τόν πόνον καί τόν θάνατον. Συμπάσχοντες μετά τῶν δοκιμαζομένων ἀδελφῶν καί τέκνων ἡμῶν, ἐντείνομεν τάς δεήσεις μας πρός τόν Κύριον τοῦ ἐλέους καί Θεόν τῆς εἰρήνης ὑπέρ ἀμέσου καταπαύσεως τοῦ πυρός καί ἐπικ-ρατήσεως τῆς δικαιοσύνης καί τῆς εἰρήνης, αἱ ὁποίαι εἶναι πρόγευσις τῆς πεπληρωμέ-νης χαρᾶς τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Αὐτήν τήν σωτηριώδη ἀλήθειαν τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως, εὐσεβείας καί πνευμα-τικότητος προβάλλει καί τό γεγονός τοῦ καθαγιασμοῦ τοῦ Ἁγίου Μύρου, τό ὁποῖον, χάριτι Θεοῦ, θά τελέσωμεν ἐφέτος τήν Μεγάλην Ἑβδομάδα εἰς τό καθ᾿ ἡμᾶς Ἱερόν Κέντρον. Τό εὐλογημένον «θεουργικότατον» ἔλαιον αὐτῆς τῆς «Εὐχαριστίας τοῦ Μύρου» μεταδίδει διά τοῦ Μυστηρίου τοῦ Χρίσματος τάς ποικίλας δωρεάς καί τά πολυειδῆ χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἰς τόν νεοφώτιστον «οὐρανοπολίτην», πρός κραταίωσιν αὐτοῦ εἰς τό μετέχειν εἰς τήν ζωήν τῆς Ἐκκλησίας μέ ἀπαρχήν τήν κοινωνίαν τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων, καί εἰς ἔνθεον παρουσίαν καί μαρτυρίαν περί τῆς δωρεᾶς τῆς χάριτος καί τῆς ἐν ἡμῖν ἐλπίδος ἐν τῷ κόσμῳ. Ὁ χαρακτήρ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ὡς «δυνάμεως κοινωνίας» ἀναδεικνύεται καί εἰς τόν τρόπον παρασκευῆς τοῦ Ἁγίου Μύρου διά τῆς ἐψήσεως συστατικῶν, προσφερομένων ὑπό τῶν κατά τόπους Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν, ἀλλά καί εἰς τόν τόπον καί τόν χρόνον εὐλογίας του ἐντός τῆς εὐχαριστιακῆς Συνάξεως, ἀμέσως μετά τόν καθαγιασμόν τῶν Τιμίων Δώρων, ἐξ ἴσου δέ καί εἰς τάς ἄλλας ἐκκλησιαστικάς χρήσεις τοῦ Ἁγίου Μύρου, ὡς ἡ χρῖσις προσερχομένων εἰς τήν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν ἑτεροδόξων καί πεπτωκότων, εἰς τά ἐγκαίνια ναῶν, εἰς τήν καθιέρωσιν Ἁγίων Τραπεζῶν, Ἀντιμηνσίων καί ἀλλαχοῦ.

Μέ αὐτά τά αἰσθήματα, εὐχόμενοι εὔδρομον τό τῆς νηστείας στάδιον καί ἀνεμπόδιστον τήν δολιχοδρομίαν πρός τό Πάσχα τοῦ Κυρίου, ἐπικαλούμεθα ἐφ᾿ ὑμᾶς, τούς τιμιωτάτους ἐν Χριστῷ ἀδελφούς καί τά ἀνά τήν οἰκουμένην τέκνα τῆς Μητρός Κωνσταντινουπολίτιδος Ἐκκλησίας, τήν ζείδωρον χάριν καί τό μέγα ἔλεος τοῦ ἀεί εὐλογοῦντος τά ἀσκητικά κατορθώματα τοῦ λαοῦ Αὐτοῦ Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ.

Ἁγία καί Μεγάλη Τεσσαρακοστή ,βκβ´

† Ὁ Κωνσταντινουπόλεως

διάπυρος πρός Θεόν εὐχέτης πάντων ὑμῶν



ΠΑΤΡΙΑΡΧΙΚΗ ΑΠΟΔΕΙΞΙΣ ΕΠΙ ΤΟΙΣ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΟΙΣ (2021) & Μήνυμα Χριστουγέννων (2021) του Μητροπολίτη μας τῆς ἁγιωτάτης Μητροπόλεως Ρόδου

 

+ Β Α Ρ Θ Ο Λ Ο Μ Α Ι Ο Σ

ΕΛΕΩ ΘΕΟΥ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ – ΝΕΑΣ ΡΩΜΗΣ

ΚΑΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΣ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ

ΠΑΝΤΙ ΤΩ ΠΛΗΡΩΜΑΤΙ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

ΧΑΡΙΝ, ΕΛΕΟΣ ΚΑΙ ΕΙΡΗΝΗΝ

ΠΑΡΑ ΤΟΥ ΕΝ ΒΗΘΛΕΕΜ ΓΕΝΝΗΘΕΝΤΟΣ ΣΩΤΗΡΟΣ ΧΡΙΣΤΟΥ

* * *

Αδελφοί συλλειτουργοί και ευλογημένα τέκνα,

 

Φθάσαντες και πάλιν εις την πάμφωτον εορτήν της κατά σάρκα Γεννήσεως του επισκεψαμένου ημάς εξ ύψους Σωτήρος Χριστού, δοξάζομεν εν ψαλμοίς και ύμνοις το υπερουράνιον όνομα Αυτού. Η Ενανθρώπησις του προαιωνίου Λόγου του Θεού είναι «της σωτηρίας ημών το κεφάλαιον», το υπέρλογον «αεί μυστήριον» της θεανθρωπίνης κοινωνίας. Ο Θεός, ως λέγει με υπέροχον τρόπον ο Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής, «ως φιλάνθρωπος εκ της ανθρώπου ουσίας αληθώς άνθρωπος γεγονώς, τον του πως άνθρωπος γέγονε τρόπον μένει δια παντός έχων ανέκφαντον· υπέρ άνθρωπον γαρ γέγονεν άνθρωπος».

Η θεία Ενσάρκωσις, ομού μετά της φανερώσεως της αληθείας περί του Θεού, αποκαλύπτει και την αλήθειαν και τον τελικόν προορισμόν του ανθρώπου, την κατά χάριν θέωσιν. Θεολογικώτατα, ο Άγιος Νικόλαος Καβάσιλας διακηρύσσει ότι ο Χριστός «τον αληθινόν άνθρωπον και τέλειον πρώτος και μόνος έδειξεν». Έκτοτε, ο τιμών τον Θεόν οφείλει να σέβεται και τον άνθρωπον, και ο υποτιμών τον άνθρωπον ασεβεί προς τον Θεόν, τον προσλαβόντα την ημετέραν φύσιν. Εν Χριστώ, ο λόγος της θεολογίας περί του Θεού είναι εν ταυτώ και λόγος περί του ανθρώπου. Η ένσαρκος Θεία Οικονομία αναιρεί οριστικώς την εικόνα του Θεού ως δυνάστου, τιμωρού και αντιπάλου του ανθρώπου. Ο Χριστός είναι πανταχού, πάντοτε και εν παντί η άρνησις της αρνήσεως του ανθρώπου και ο υπερασπιστής της ελευθερίας του. Η ζωή της Εκκλησίας, ως η σαρξ την οποίαν ανέλαβεν ο ενανθρωπήσας Υιός και Λόγος του Θεού, εκπροσωπεί, εκφράζει και διακονεί αυτό το πανσωστικόν μυστήριον της θεανθρωπινότητος.

Με λάβαρον την εν Χριστώ «άλλην πλάσιν» του ανθρώπου και την ανακαίνισιν συμπάσης της κτίσεως, η Εκκλησία δίδει και σήμερον την καλήν μαρτυρίανέναντι όλων των εξελίξεων, αι οποίαι απειλούν την ιερότητα του ανθρωπίνου προσώπου και την ακεραιότητα της δημιουργίας, βιούσα και κηρύττουσα την αλήθειαν της γνησίας πνευματικής ζωής και τον πολιτισμόν της αγάπης και της αλληλεγγύης. Διδούσα λόγον «περί της εν ημίν ελπίδος», ουδόλως θεωρεί τον σύγχρονον πολιτισμόν ως την νέαν αμαρτόζωον Νινευί, επικαλουμένη ως ο Ιωνάς την θείαν μήνιν επ  αὐτόν και τον αφανισμόν του, αλλά αγωνίζεται δια την εν Χριστώ μεταμόρφωσιν αυτού. Απαιτείται εις την εποχήν μας ποιμαντική φαντασία, διάλογος όχι αντίλογος, μετοχή όχι αποχή, συγκεκριμένη πράξις όχι απόκοσμος θεωρία, δημιουργική πρόσληψις όχι γενική απόρριψις. Όλα αυτά δεν λειτουργούν εις βάρος της πνευματικότητος και της λατρευτικής ζωής, αλλά αναδεικνύουν την αδιάσπαστον ενότητα της λεγομένης «καθέτου» και «οριζοντίου» διαστάσεως της εκκλησιαστικής παρουσίας και μαρτυρίας. Πιστότης εις την παράδοσιν της Εκκλησίας δεν είναι εγκλωβισμός εις το παρελθόν, αλλά αξιοποίησις της πείρας του παρελθόντος προσφυώς εν τω παρόντι.

 Και κατά το παριππεύον έτος, η πανδημία του κορωνοϊού Covid – 19 εταλάνισε την ανθρωπότητα. Δοξάζομεν τον Θεόν του ελέους, τον κρατύναντα τους ειδικούς επιστήμονας εις την ανάπτυξιν αποτελεσματικών εμβολίων και άλλων φαρμάκων δια την αντιμετώπισιν της κρίσεως και καλούμεν όσους πιστούς δεν έχουν ακόμη εμβολιασθή να το πράξουν, πάντας δε να ακολουθούν τα προτεινόμενα υπό των υγειονομικών αρχών μέτρα προστασίας. Η επιστήμη, εφ  ὅσον λειτουργεί ως διάκονος του ανθρώπου, είναι πολύτιμον δώρον του Θεού. Οφείλομεν να δεχώμεθα ευγνωμόνως το δώρον και να μη παρασυρώμεθα από τας ανευθύνους φωνάς των μη επαϊόντων και των αυτοανακηρυχθέντων εις εκπροσώπους του Θεού και της γνησίας πίστεως «πνευματικών συμβούλων», αυτοαναιρουμένων όμως οικτρώς, λόγω της απουσίας αγάπης προς τον αδελφόν, την ζωήν του οποίου εκθέτουν εις μέγαν κίνδυνον.

Τιμιώτατοι αδελφοί και προσφιλέστατα τέκνα,

 Με αμετακίνητον πίστιν ότι την ζωήν εκάστου εξ ημών και την πορείαν της ανθρωπότητος όλης κατευθύνει ο Θεός της σοφίας και της αγάπης, προσβλέπομεν εις εν αίσιον 2022, το οποίον, ανεξαρτήτως των εξωτερικών δεδομένων και των εξελίξεων, θα είναι δι  ἡμᾶς πάντας έτος σωτήριον, εφ  ὅσον και κατ  αὐτό την πορείαν των πραγμάτων κατευθύνει ο φιλανθρώπως πάντα οικονομών Χριστός, «ος πάντας ανθρώπους θέλει σωθήναι και εις επίγνωσιν αληθείας ελθείν»[1].

Του Κυρίου ευδοκούντος, κατά την Αγίαν και Μεγάλην Εβδομάδα του επερχομένου έτους, θα πραγματοποιηθή εν τω πανσέπτω καθ  ἡμᾶς Κέντρω, η τελετή Καθαγιασμού του Αγίου Μύρου. Θεωρούμεν ανεπανάληπτον θείαν δωρεάν προς την ημών Μετριότητα, ότι θα αξιωθώμεν να προστώμεν της πανηγυρικής και κατανυκτικής αυτής τελετουργίας δια τετάρτην φοράν κατά την διάρκειαν της ταπεινής ημών Πατριαρχίας. Δόξα τω Θεώ πάντων ένεκεν!

 Με αυτά τα αισθήματα, προσκυνούντες ευσεβοφρόνως το εν Βηθλεέμ τεχθέν παιδίον Ιησούν, στρέφομεν την σκέψιν ημών προς τους εκείσε αδελφούς Χριστιανούς μας και προσευχόμεθα δια την ειρηνικήν και αρμονικήν συνύπαρξιν όλων των διαβιούντων εις την Αγίαν Γην.

Επί δε τούτοις, ευχόμεθα πάσιν υμίν, τοις εγγύς και τοις μακράν, ευλογημένον το Άγιον Δωδεκαήμερον, υγιηρόν δε, καλλίκαρπον εν έργοις αγαθοίς και μεστόν θείων δωρημάτων τον νέον ενιαυτόν της χρηστότητος του Κυρίου, Ω η δόξα και το κράτος εις τους απεράντους αιώνας. Αμήν.

Χριστούγεννα ‚βκα’

  † Ο Κωνσταντινουπόλεως ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟΣ

διάπυρος προς Θεόν ευχέτης πάντων υμών

Πηγή:http://www.imr.gr/article/833/patriarxikh-apodeixis-epi-tois-xristoygennois-2021





ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΝ  ΠΑΤΡΙΑΡΧΕΙΟΝ

ΙΕΡΑ  ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ  ΡΟΔΟΥ

 

ΚΥΡΙΛΛΟΣ

Μητροπολίτης τῆς ἁγιωτάτης Μητροπόλεως Ρόδου, πρός τόν ἱερόν κλῆρον καί τόν χριστώνυμον λαόν τῆς καθ̉  ἡμᾶς Ἱερᾶς Μητροπόλεως.

 

«Ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ, σήμερον προφητικῶς εὐφραινέσθωσαν. Ἄγγελοι καὶ ἄνθρωποι, πνευματικῶς πανηγυρίσωμεν, ὅτι Θεὸς ἐν σαρκὶ ἐπέφανε, τοῖς ἐν σκότει καὶ σκιᾷ καθημένοις, γεννηθεὶς ἐκ γυναικός...»

 

Ἀδελφοί καί τέκνα ἐν Κυρίῳ ἀγαπητά.

Ὅπως κάθε χρόνο ἔτσι καί φέτος μᾶς ἀπευθύνεται ἡ πρόσκληση νά γιορτάσουμε τά Χριστούγεννα. Νά πανηγυρίσουμε "τά σωτήρια τοῦ κόσμου, τή γενέθλια ἡμέρα τῆς ἀνθρωπότητας, τήν κοινή γιορτή ὁλάκερης τῆς κτίσης" (Μ. Βασίλειος), τή Μητρόπολη τῶν Ἑορτῶν (Ἱ. Χρυσόστομος). "Θεὸς ἐν σαρκὶ ἐπέφανε". Γεγονός συμπαντικῶν διαστάσεων, μοναδικό καί ἀνεπανάληπτο, "τὸ πάντων καινὸν καινότατον, τὸ μόνον καινὸν ὑπὸ τὸν ἥλιον" γεγονός. "Τὰ σύμπαντα σήμερον χαρᾶς πληροῦνται. Χριστὸς ἐτέχθη ἐκ τῆς Παρθένου".

Ἡ Γέννηση τοῦ Θεανθρώπου Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ ἀποτελεῖ τήν κορυφαία ὥρα τῆς ἀνθρωπότητας, τό κομβικό σημεῖο τῆς ἀνθρώπινης ἱστορίας. Ὁ Λόγος τοῦ Πατρός γίνεται ἄνθρωπος, ὁ Θεός σαρκοῦται, γίνεται ἱστορικό πρόσωπο καί εἰσέρχεται δυναμικά στήν ἀνθρώπινη σκηνή. "Ὁ Ὤν γεννιέται καί ὁ Ὤν γίνεται ἐκεῖνο πού δέν ἦταν· ὄντας Θεός, γίνεται ἄνθρωπος, χωρίς νά παύει νά εἶναι Θεός... ὁ Θεός ἦλθε στή γῆ κι ὁ ἄνθρωπος ἀνέβηκε στόν οὐρανό· ὅλα συνενώθηκαν. Ἦλθε στὴ γῆ, ὄντας ὁλόκληρος στόν οὐρανό. Κι ἄν καὶ βρισκόταν ὅλος στόν οὐρανό, ὅλος εἶναι ἐδῶ στή γῆ! ἄν καί εἶναι Θεός, ἔγινε ἄνθρωπος, χωρίς νά ἀρνηθεῖ τή Θεότητά Του. Ὄντας Λόγος ἀπαθής, ἔγινε σάρκα· κι ἔγινε σάρκα γιά νά συγκατοικήσει μαζί μας!" (Ἱερός Χρυσόστομος).

Τοῦτο τό μοναδικό γεγονός τῆς Γέννησης τοῦ Σωτῆρος Ἰησοῦ Χριστοῦ, τὸ μυστήριο τῆς ἐνσάρκου Οἰκονομίας Του, εὐαγγελίζεται καί πάλιν, κατά τό σωτήριον ἔτος 2021, ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία. Ἀποδεχόμενοι τήν πρόσκληση ἑορτάζουμε, ἄν καί μέ διαφορετικό τρόπο ἀπό ἐκεῖνο πού γνωρίζαμε καί κάτω ἀπό ἰδιάζουσες συνθῆκες, μέ τόν φόβο τῆς ἀρρώστιας νά συνεχίζει νά κλονίζει τόν προμηθεϊσμό τοῦ ἐκκοσμικευμένου σύγχρονου ἀνθρώπου καί νά ἀποδεικνύει τήν ἀδυναμία δυναμικῆς διαχείρισης τῆς ὕπαρξής του, ἐπιπλέον δέ μέ τά ὑγειονομικά μέτρα νά ἀλλάζουν τήν ἑορταστική ἀτμόσφαιρα τῶν ἡμερῶν, νά σμικρύνουν τή φυσική παρουσία τῶν πιστῶν στούς Ναούς μας καί νά περιορίζουν τήν κοινωνική συναναστροφή μας.  

Ἑορτάζοντας λοιπόν Χριστούγεννα ἀναγιγνώσκουμε τίς εὐαγγελικές διηγήσεις πού ἐξιστοροῦν τήν Γέννηση τοῦ Θεανθρώπου καί διαπιστώνουμε ὅτι ὁ ἐρχομός Ἐκείνου, τοῦ Ἑνός, πού θά γινόταν ὁ ἴδιος ἡ λύση τῆς ἀνθρώπινης τραγωδίας, συνδέθηκε μέ μικρά καί μεγάλα ἀδιέξοδα. Τόσο δικά Του ὅσο καί ἐκείνων πού συνδέθηκαν μέ τό γεγονός τῆς ἐνανθρώπισής Του, ὅπως μέ τόν σκανδαλισμό τοῦ Μνήστορος Ἰωσήφ, τήν ἄρνηση τῶν κατοίκων τῆς Βηθλεέμ γιά προσφορά στέγης, τό διωγμό τοῦ Ἠρώδη καί τή σφαγή τῶν Νηπίων, τή φυγή στήν Αἴγυπτο. Ὁ σαρκωθείς Θεός ὅμως δέν ἀνέτρεψε τήν καθημερινότητα δημιουργώντας εἰδυλλιακές συνθῆκες, οὔτε κατήργησε τίς ἐξωτερικές δυσκολίες, ἀλλά προχωρώντας μέσα ἀπό αὐτές τίς ἐξουδετέρωσε, γιατί ὁ ἴδιος ἦταν ἡ εἰρήνη. Μιά τέτοια εἰρήνη, "τὴν ὑπερέχουσαν πάντα νοῦν εἰρήνην" ἱκανή νά νικήσει κάθε δυσμενή καί δύσκολη κατάσταση, ἔρχεται καί πάλι νά προσφέρει στήν καθημερινότητα τῆς ζωῆς μας.

Ἀγαπητοί ἀδελφοί καί τέκνα ἐν Κυρίῳ,

Ἡ Γέννηση τοῦ Θεανθρώπου ἀποτελεῖ καί φέτος τήν ἀντιπρόταση τῆς εἰρήνης καί τῆς ἐλπίδας στίς ταραχώδεις καί πονεμένες "προτάσεις" τῶν καιρῶν μας καί τῆς ζωῆς μας. Σαρκώνεται ὁ Θεός καί ἔρχεται δυναμικά στόν κόσμο μας γιά νά χαρίσει στίς καρδιές μας καί τήν κοινωνία μας, ἀνανεωμένες, τήν τρομαγμένη εἰρήνη, τήν ταραγμένη ἰσότητα, τήν ταλαιπωρημένη ἐλπίδα, τή ραγισμένη ἀγάπη, τή φθαρμένη ἐλευθερία, τήν ἄγονη δημιουργία, τή χωρίς νόημα ἀγωνία καί κάθε ὑπαρξιακό ἀδιέξοδο, προσφέροντας τή δημιουργική δυνατότητα ἀληθινῆς θέασης, γνώσης καί ἀντιμετώπισης κάθε προσωπικοῦ καί κοινωνικοῦ προβλήματος. Τή δυνατότητα καί τόν τρόπο νά ἀντιμετωπιστεῖ καί νά ἀνατραπεῖ ἡ φθορά, τό κακό καί ἡ ἀνομία καί νά ἀναστηθεῖ ἡ ἀγάπη, ἡ εἰρήνη τῆς καρδιᾶς καί ἡ εὐλογία τῆς ὕπαρξης.

Ἀγαπητοί ἀδελφοί καί τέκνα ἐν Κυρίῳ.

Ἄς ἑορτάσουμε καί "πνευματικῶς πανηγυρίσωμεν" Χριστούγεννα μέ πίστη στόν «δι᾿ ἡμᾶς σαρκωθέντα» Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν, «τόν μόνον δυνάμενον σώζειν» καί ἄς προσευχηθοῦμε. «Μεθ᾿ ἡμῶν ὁ Θεός». Τήν πίστη ὅτι ὁλόκληρη ἡ κτίση, ὅπως καί ἡ ἱστορία, διακρατοῦνται ἀπό τόν ἐνανθρωπήσαντα Κύριο ἄς ἀγωνιστοῦμε νά κατορθώσουμε στή ζωή μας. Γιά νά μπορέσουμε νά ὑπερβοῦμε τήν ὁποιαδήποτε κατάσταση ἀβεβαιότητας καί ἀνασφάλειας πού ἡ παγκόσμια σήμερα πραγματικότητα ἐπιφέρει στίς καρδιές μας. Στίς ποικίλες προκλήσεις τοῦ σήμερα ἄς ἀντιτάξουμε τή δυναμική τῆς ἀγάπης καί νά καλλιεργήσουμε τήν εἰρήνη πού εὐαγγελίστηκε ὁ οὐρανός τήν ἁγία νύκτα τῶν Χριστουγέννων. Τότε μόνο θά διαπιστώσουμε πόσο ἀληθινός εἶναι ὁ λόγος τοῦ ἐνανθρωπήσαντος Χριστοῦ πού διακηρύσσει ὅτι τή χαρά πού αὐτός χαρίζει "οὐδεὶς δύναται αἴρειν ἀφ᾿ ἡμῶν"

Εἴθε ἡ χάρις τοῦ ἐνανθρωπήσαντος Κυρίου νά μᾶς ἀναδείξει ἀληθινούς προσκυνητές τοῦ μυστηρίου τῆς θείας ἐνανθρωπήσεώς του καί νά μᾶς χαρίζει τήν ἀληθινή χαρά καί εἰρήνη τῆς πίστεως στό ἅγιο Ὄνομά Του.

Εὐχόμαστε ἀληθινά, εἰρηνικά, εὐφρόσυνα καί εὐλογημένα Χριστούγεννα.

 

Χριστούγεννα τοῦ δισχιλιοστοῦ, καί εἰκοστοῦ πρώτου σωτηρίου ἔτους

Διάπυρος πρός Χριστόν τεχθέντα εὐχέτης πάντων ἡμῶν.

 

Ο  ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ

  †Ο  ΡΟΔΟΥ   ΚΥΡΙΛΛΟΣ 


Πηγή: http://www.imr.gr/article/834/mhnyma-xristoygennwn-2021

ΚΑΤΗΧΗΤΗΡΙΟΣ 2021

 

+ Β Α Ρ Θ Ο Λ Ο Μ Α Ι Ο Σ

ΕΛΕῼ ΘΕΟΥ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ - ΝΕΑΣ ΡΩΜΗΣ

ΚΑΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΣ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ ΠΑΝΤΙ Τῼ ΠΛΗΡΩΜΑΤΙ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ,

ΧΑΡΙΣ ΕΙΗ ΚΑΙ ΕΙΡΗΝΗ ΠΑΡΑ ΤΟΥ ΣΩΤΗΡΟΣ ΚΑΙ ΚΥΡΙΟΥ ΗΜΩΝ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ,

ΠΑΡ᾿ HΜΩΝ ΔΕ ΕΥΧΗ, ΕΥΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΣΥΓΧΩΡΗΣΙΣ

* * *

         Τιμιώτατοι ἀδελφοί καί τέκνα ἐν Κυρίῳ εὐλογημένα,

 

         Εἰσερχόμεθα, εὐδοκίᾳ καί χάριτι τοῦ ἀγαθοδότου Θεοῦ, εἰς τήν Ἁγίαν καί Μεγάλην Τεσσαρακοστήν, εἰς τόν δόλιχον τῶν ἀσκητικῶν ἀγώνων. Ἡ Ἐκκλησία, ἡ ὁποία γνωρίζει τούς λαβυρίνθους τῆς ἀνθρωπίνης ψυχῆς καί τόν μίτον τῆς Ἀριάδνης, τήν ὁδόν τῆς ἐξόδου ἀπό αὐτούς — τήν ταπείνωσιν, τήν μετάνοιαν, τήν δύναμιν τῆς προσευχῆς καί τῶν κατανυκτικῶν ἱερῶν ἀκολουθιῶν, τήν παθοκτόνον νηστείαν, τήν ὑπομονήν, τήν ὑπακοήν εἰς τόν κανόνα τῆς εὐσεβείας —, μᾶς καλεῖ καί ἐφέτος εἰς μίαν ἔνθεον πορείαν, μέτρον τῆς ὁποίας εἶναι ὁ Σταυρός καί ὁρίζων ἡ Ἀνάστασις τοῦ Χριστοῦ.

    Ἡ προσκύνησις τοῦ Σταυροῦ, μεσούσης τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, ἀποκαλύπτει τό νόημα τῆς ὅλης περιόδου. Ὁ λόγος τοῦ Κυρίου ἠχεῖ καί συγκλονίζει: «εἴ τις θέλει ὀπίσω μου ἔρχεσθαι ... ἀράτω τόν σταυρόν αὐτοῦ καθ᾿ ἡμέραν καί ἀκολουθήτω μοι». (Λουκ. θ’, 23). Καλούμεθα νά αἴρωμεν τόν ἰδικόν μας σταυρόν, ἀκολουθοῦντες τόν Κύριον καί ἀτενίζοντες τόν ζωηφόρον Σταυρόν Αὐτοῦ, ἐν ἐπιγνώσει ὅτι Κύριός ἐστιν ὁ σώζων καί ὄχι ἡ ἄρσις τοῦ ἡμετέρου σταυροῦ. Ὁ Σταυρός τοῦ Κυρίου εἶναι «ἡ κρίσις τῆς κρίσεώς μας», ἡ «κρίσις τοῦ κόσμου», καί συγχρόνως ἡ ὑπόσχεσις ὅτι τό κακόν, εἰς ὅλας τάς μορφάς του, δέν ἔχει τόν τελευταῖον λόγον εἰς τήν ἱστορίαν. Προσβλέποντες πρός τόν Χριστόν καί, ὑπό τήν σκέπην Αὐτοῦ ὡς τοῦ ἀγωνοθέτου, τοῦ εὐλογοῦντος καί κρατύνοντος τήν ἡμετέραν προσπάθειαν, ἀγωνιζόμεθα τόν καλόν ἀγῶνα, «ἐν παντί θλιβόμενοι ἀλλ᾿ οὐ στενοχωρούμενοι, ἀπορούμενοι ἀλλ᾿ οὐκ ἐξαπορούμενοι, διωκόμενοι ἀλλ᾿ οὐκ ἐγκαταλειπόμενοι, καταβαλλόμενοι ἀλλ᾿ οὐκ ἀπολλύμενοι» (Β´ Κορ. δ´, 8-9). Αὐτή εἶναι ἡ βιωματική πεμπτουσία καί κατά τήν σταυροαναστάσιμον αὐτήν περίοδον. Πορευόμεθα πρός τήν Ἀνάστασιν διά τοῦ Σταυροῦ, διά τοῦ ὁποίου «ἦλθε χαρά ἐν ὅλῳ τῷ κόσμῳ».

  Ἵσως τινές ἐξ ὑμῶν διερωτῶνται, διατί ἡ Ἐκκλησία, σοβούσης τῆς πανδημίας, προσθέτει εἰς τούς ἤδη ὑπάρχοντας ὑγειονομικούς περιορισμούς καί μίαν ἀκόμη «καραντίναν», αὐτήν τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς. Πράγματι, καί ἡ Μεγάλη Τεσσαρακοστή εἶναι μία «καραντίνα», δηλαδή χρονική περίοδος διαρκείας τεσσαράκοντα ἡμερῶν. Ὡστόσον, ἡ Ἐκκλησία δέν ἔρχεται νά μᾶς ἐξουθενώσῃ ἔτι περαιτέρω μέ νέας ὑποχρεώσεις καί ἀπαγορεύσεις. Ἀντιθέτως, μᾶς προσκαλεῖ νά νοηματοδοτήσωμεν τήν καραντίναν πού βιώνομεν λόγῳ τοῦ κορωνοϊοῦ, μέσῳ τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, ὡς ἀπελευθερώσεως ἀπό τόν ἐγκλωβισμόν εἰς τά τοῦ «κόσμου τούτου».

    Τό σημερινόν Εὐαγγελικόν ἀνάγνωσμα θέτει τούς ὅρους δι᾽ αὐτήν τήν ἀπελευθέρωσιν. Πρῶτος ὅρος εἶναι ἡ νηστεία, ὄχι μέ τήν ἔννοιαν τῆς ἀποχῆς μόνον ἀπό συγκεριμένας τροφάς, ἀλλά καί ἀπό τάς συνηθείας ἐκείνας, αἱ ὁποῖαι μᾶς κρατοῦν προσκολλημένους εἰς τόν κόσμον. Ἡ ἀποχή αὐτή δέν συνιστᾷ ἔκφρασιν ἀπαξιώσεως τοῦ κόσμου, ἀλλά ἀναγκαίαν προϋπόθεσιν ἐπαναπροσδιορισμοῦ τῆς σχέσεώς μας μέ αὐτόν καί βιώσεως τῆς μοναδικῆς εὐφροσύνης τῆς ἀνακαλύψεώς του ὡς πεδίου χριστιανικῆς μαρτυρίας. Διά τόν λόγον αὐτόν, καί εἰς τό στάδιον τῆς νηστείας, ἡ θέασις καί βίωσις τῆς ζωῆς τῶν πιστῶν ἔχει πασχαλινόν χαρακτῆρα, γεῦσιν Ἀναστάσεως. Τό «σαρακοστιανό κλῖμα» δέν εἶναι καταθλιπτικόν, ἀλλά ἀτμόσφαιρα χαρᾶς. Αὐτήν τήν «χαράν τήν μεγάλην» εὐηγγελίσατο ὁ ἄγγελος «παντί τῷ λαῷ» κατά τήν Γέννησιν τοῦ Σωτῆρος (Λουκ. β΄, 10), αὐτή εἶναι ἡ ἀναφαίρετος καί «πεπληρωμένη χαρά» (Α´ Ἰωαν. α΄, 4) τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς. Ὁ Χριστός εἶναι πάντοτε παρών εἰς τήν ζωήν μας, εὑρίσκεται πλησιέστερον εἰς ἡμᾶς ἀπό ὅσον ἡμεῖς εἰς τόν ἑαυτόν μας, πάσας τάς ἡμέρας, «ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος» (Ματθ. κη´, 20). Ἡ ζωή τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ἀκατάλυτος μαρτυρία περί τῆς ἐλθούσης Χάριτος καί περί τῆς ἐλπίδος τῆς Βασιλείας, τῆς πληρότητος τῆς ἀποκαλύψεως τοῦ μυστηρίου τῆς Θείας Οἰκονομίας.

      Ἡ πίστις εἶναι ἡ ἀπάντησις εἰς τήν φιλάνθρωπον συγκατάβασιν τοῦ Θεοῦ πρός ἡμᾶς, τό «Ναί» μέ ὅλην μας τήν ὕπαρξιν εἰς τόν «κλίναντα οὐρανούς καί καταβάντα», διά νά λυτρώσῃ τό ἀνθρώπινον γένος «ἐκ τῆς δουλείας τοῦ ἀλλοτρίου» καί νά μᾶς ἀνοίξῃ τήν ὁδόν τῆς κατά χάριν θεώσεως. Ἐκ τῆς δωρεᾶς τῆς Χάριτος πηγάζει καί τρέφεται ἡ θυσιαστική ἀγάπη πρός τόν πλησίον καί ἡ «φροντίς» διά τήν κτίσιν ὅλην. Ἐάν ἀπουσιάζῃ αὐτή ἡ φιλάδελφος ἀγάπη καί ἡ θεοτερπής μέριμνα διά τήν δημιουργίαν, τότε ὁ συνάνθρωπος καθίσταται ἡ «κόλασίς μου» καί ἡ κτίσις ἐγκαταλείπεται εἰς ἀλόγους δυνάμεις, αἱ ὁποῖαι τήν μεταβάλλουν εἰς ἀντικείμενον ἐκμεταλλεύσεως καί εἰς περιβάλλον ἐχθρικόν διά τόν ἄνθρωπον.

  Ὁ δεύτερος ὅρος διά τήν ἀπελευθέρωσιν, τήν ὁποίαν ὑπόσχεται ἡ Μεγάλη Τεσσαρακοστή, εἶναι ἡ συγγνώμη. Λήθην τοῦ θείου ἐλέους καί τῆς ἀφάτου εὐεργεσίας, ἀθέτησιν τῆς Κυριακῆς ἐντολῆς, ὅπως καταστῶμεν τό «ἅλας τῆς γῆς» καί «τό φῶς τοῦ κόσμου» (Ματθ. ε´, 13-14), καί κακήν ἀλλοίωσιν τοῦ χριστιανικοῦ βιώματος, ἀποτελεῖ ἡ «κλειστή πνευματικότης», ἡ ὁποία ζῇ ἀπό τήν ἄρνησιν καί τήν ἀπόρριψιν τοῦ «ἄλλου» καί τοῦ κόσμου, νεκρώνει την ἀγάπην, τήν συγχώρησιν καί τήν ἀποδοχήν τοῦ διαφορετικοῦ. Αὐτήν τήν ἄγονον καί ὑπεροπτικήν στάσιν ζωῆς, ἀποδοκιμάζει μέ ἔμφασιν ὁ Εὐαγγελικός λόγος κατά τάς τρεῖς πρώτας Κυριακάς τοῦ Τριωδίου.

   Εἶναι γνωστόν ὅτι τοιαῦται ἀκρότητες παρουσιάζουν ἔξαρσιν ἰδιαιτέρως κατά τάς περιόδους, εἰς τάς ὁποίας ἡ Ἐκκλησία καλεῖ τούς πιστούς εἰς πνευματικήν γυμνασίαν καί ἐγρήγορσιν. Ὅμως, ἡ γνησία πνευματική ζωή εἶναι ὁδός ἐσωτερικῆς ἀναγεννήσεως, ἔξοδος ἀπό τόν ἑαυτόν μας, ἀγαπητική κίνησις πρός τόν πλησίον. Δέν στηρίζεται εἰς σύνδρομα καθαρότητος καί ἀποκλεισμούς, ἄλλά εἶναι συγγνώμη καί διάκρισις, δοξολογία καί εὐχαριστία, κατά τήν ἐμπειρικήν σοφίαν τῆς ἀσκητικῆς παραδόσεως: «Οὐ τά βρώματα, ἀλλ᾿ ἡ γαστριμαργία κακή…, οὐδέ τό λέγειν, ἀλλ᾿ ἡ ἀργολογία…, οὐδέ ὁ κόσμος κακός, ἀλλά τά πάθη».

    Με αὐτήν τήν διάθεσιν καί τά αἰσθήματα, ἑνοῦντες τάς προσευχάς μας μαζί μέ ὅλους ἐσᾶς, ἀγαπητοί, διά τήν ὁριστικήν ὑπέρβασιν τῆς φονικῆς πανδημίας καί ταχεῖαν ἀντιμετώπισιν τῶν κοινωνικῶν καί οἰκονομικῶν συνεπειῶν της, καί ἐξαιτούμενοι τάς ἱκετηρίους ὑμῶν δεήσεις, διά τήν, πεντηκονταετίαν ὅλην μετά τήν ἄνωθεν, ὅλως ἀδίκως, ἐπιβληθεῖσαν σιωπήν, ἐπαναλειτουργίαν τῆς Ἱερᾶς Θεολογικῆς Σχολῆς Χάλκης, ὑποδεχόμεθα ἐν Ἐκκλησίᾳ τήν Ἁγίαν καί Μεγάλην Τεσσαρακοστήν, ιἄδοντες καί ψάλλοντες ὁμοθυμαδόν τό «Μεθ᾿ ἡμῶν ὁ Θεός», ᾯ ἡ δόξα καί τό κράτος εἰς τούς ἀτελευτήτους αἰῶνας. Ἀμήν!

 

Ἁγία καί Μεγάλη Τεσσαρακοστή ,βκα´

                                                               † Ὁ Κωνσταντινουπόλεως Β Α Ρ Θ Ο Λ Ο Μ Α Ι Ο Σ

διάπυρος πρός Θεόν εὐχέτης πάντων ὑμῶν