ΠΑΤΡΙΑΡΧΙΚΗ ΑΠΟΔΕΙΞΙΣ (ΠΑΣΧΑ 2022)
† Β Α Ρ Θ Ο Λ Ο Μ Α Ι Ο Σ
ΕΛΕῼ ΘΕΟΥ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ - ΝΕΑΣ ΡΩΜΗΣ
ΚΑΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΣ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ
ΠΑΝΤΙ Τῼ ΠΛΗΡΩΜΑΤΙ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΧΑΡΙΝ, ΕΙΡΗΝΗΝ ΚΑΙ EΛΕΟΣ
ΠΑΡΑ ΤΟΥ ΕΝΔΟΞΩΣ ΑΝΑΣΤΑΝΤΟΣ ΧΡΙΣΤΟΥ
* * *
Διατρέξαντες τόν δόλιχον τῶν ἀσκητικῶν ἀγώνων τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς καί βιώσαντες ἐν κατανύξει τά σεπτά Πάθη τοῦ Κυρίου, ἔμπλεοι νῦν τοῦ ἀϊδίου φωτός τῆς λαμπροφόρου Αὐτοῦ Ἐγέρσεως, ὑμνοῦμεν καί δοξολογοῦμεν τό ὑπερουράνιον ὄνομα Αὐτοῦ, ἀναβοῶντες τό κοσμοχαρμόσυνον «Χριστός Ἀνέστη!».
Ἀνάστασις εἶναι ὁ πυρήν τῆς πίστεως, τῆς εὐσεβείας, τοῦ πολιτισμοῦ καί τῆς ἐλπίδος τῶν Ὀρθοδόξων. Ἡ ζωή τῆς Ἐκκλησίας, εἰς τήν θεανθρωπίνην μυστηριακήν καί λατρευτικήν, πνευματικήν, ἠθικήν καί ποιμαντικήν ἔκφρασίν της καί εἰς τήν καλήν μαρτυρίαν περί τῆς ἐλθούσης ἐν Χριστῷ χάριτος καί τῆς προσδοκωμένης «κοινῆς ἀναστάσεως», ἐνσαρκώνει καί ἀντανακλᾷ τήν συντριβήν τοῦ κράτους τοῦ θανάτου διά τοῦ Σταυροῦ καί τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Σωτῆρος ἡμῶν, καί τήν ἀπελευθέρωσιν τοῦ ἀνθρώπου ἐκ τῆς «δουλείας τοῦ ἀλλοτρίου». Ἀνάστασιν μαρτυροῦν οἱ Ἅγιοι καί οἱ Μάρτυρες τῆς πίστεως, τό δόγμα, τό ἦθος, ἡ κανονική δομή καί λειτουργία τῆς Ἐκκλησίας, οἱ ἱεροί ναοί, τά μοναστήρια καί τά σεπτά προσκυνήματά μας, ὁ ἔνθεος ζῆλος τοῦ ἱεροῦ κλήρου, ἡ ἀπροϋπόθετος ἀφιέρωσις τοῦ ἔχειν καί τοῦ εἶναι τῶν μοναχῶν εἰς τόν Χριστόν,τό ὀρθόδοξον φρόνημα τῶν πιστῶν καί ἡ ἐσχατολογική ὁρμή συνόλου τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ τρόπου τοῦ βίου.
Ὁ ἑορτασμός τοῦ Πάσχα δέν εἶναι διά τούς Ὀρθοδόξους μία προσωρινή ἀπόδρασις ἀπό τήν ἐγκόσμιον πραγματικότητα καί τάς ἀντιφάσεις της, ἀλλά διατράνωσις τῆς ἀκλονήτου πίστεως, ὅτι ὁ πατήσας θανάτῳ τόν θάνατον Λυτρωτής τοῦ ἀδαμιαίου γένους εἶναι ὁ Κύριος τῆς ἱστορίας, ὁ ἀεί «μεθ᾽ ἡμῶν» καί «ὑπέρ ὑμῶν» Θεός τῆς ἀγάπης. Πάσχα εἶναι ἡ βιωματική βεβαιότης, ὅτι ὁ Χριστός εἶναι ἡ ἐλευθεροποιός Ἀλήθεια, τό θεμέλιον, ὁ ὑπαρκτικός ἄξων καί ὁρίζων τῆς ζωῆς μας. «Χωρίς ἐμοῦ οὐ δύνασθε ποιεῖν οὐδέν» (Ἰωάν. ιε´, 5). Οὐδεμία περίστασις, «θλῖψις ἤ στενοχωρία ἤ διωγμός ἤ λοιμός ἤ γυμνότης ἤ κίνδυνος ἤ μάχαιρα» (Ρωμ. η´, 35) δύναται νά χωρίσῃ τούς πιστούς ἀπό τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ. Αὐτή ἡ ἀκλόνητος πεποίθησις ἐμπνέει καί ἐνισχύει τήν δημιουργικότητά μας καί τήν βούλησιν νά καθιστάμεθα ἐν τῷ κόσμῳ «Θεοῦ συνεργοί» (Α᾽Κορ. γ´9). Ἐγγυᾶται, ὅτι ἀπέναντι εἰς ἀνυπέρβλητα ἐμπόδια καί ἀδιέξοδα, ἐκεῖ ὅπου κατ᾽ ἄνθρωπον δέν διαφαίνεται λύσις, ὑπάρχει ἐλπίς καί προοπτική. «Πάντα ἰσχύω ἐν τῷ ἐνδυναμοῦντι με Χριστῷ» (Φιλιπ. δ´, 13). Ἐν Χριστῷ ἀναστάντι γνωρίζομεν ὅτι τό κακόν, ὑπό ὅλας του τάς μορφάς, δέν ἔχει τόν τελευταῖον λόγον εἰς τήν πορείαν τῆς ἀνθρωπότητος.
Πεπληρωμένοι εὐγνωμοσύνης καί χαρᾶς διά τήν ἀποδοθεῖσαν ὑπό τοῦ Κυρίου τῆς δόξης τιμήν καί ὑψίστην ἀξίαν εἰς τόν ἄνθρωπον, θλιβόμεθα ἐνώπιον τῆς πολυκεφάλου βίας, τῆς κοινωνικῆς ἀδικίας καί τῆς καταπατήσεως τῶν ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων εἰς τήν ἐποχήν μας. «Τό φαιδρόν τῆς ἀναστάσεως κήρυγμα» καί τό «Χριστός Ἀνέστη» συνηχοῦν σήμερον μέ τήν κλαγγήν τῶν ὅπλων, τήν κραυγήν ἀγωνίας τῶν ἀθώων θυμάτων τῆς πολεμικῆς βίας καί τῶν προσφύγων, μεταξύ τῶν ὁποίων εὑρίσκονται πολυάριθμα ἀθῶα παιδία. Διε-πιστώσαμεν ἰδίοις ὄμμασι τά προβλήματα κατά τήν πρόσφατον ἐπίσκεψίν μας εἰς τήν Πολωνίαν, ὅπου κατέφυγεν ὁ κύριος ὄγκος τῶν προσφύγων ἐξΟὐκρανίας. Συμπάσχομεν μέ τόν εὐσεβῆ καί γενναῖον Οὐκρανικόν λαόν, ὁ ὁποῖος αἴρει βαρύν σταυρόν, προσευχόμεθα καί ἀγωνιζόμεθα διά τήν εἰρήνην καί τήν δικαιοσύνην δι᾽ ὅσους τάς στεροῦνται. Εἶναι ἀδιανόητον δι᾽ ἡμᾶς τούς Χριστιανούς νά σιωπῶμεν ἐνώπιον τῆς καταρρακώσεως τῆς ἀνθρωπίνης ἀξιοπρεπείας. Ὁμοῦ μετά τῶν θυμάτων τῶν ἐνόπλων συγκρούσεων, ὁ «μεγάλος ἡττημένος» τῶν πολέμων εἶναι ἡ ἀνθρωπότης, ἡ ὁποία εἰς τήν μακράν ἱστορίαν της δέν κατώρθωσε νά καταργήσῃ τόν πόλεμον. Ὁ πόλεμος ὄχι μόνον δέν λύει προβλήματα, ἀλλά δημιουργεῖ νέα καί πολυπλοκώτερα. Σπείρει διχασμόν καί μῖσος, μεγεθύνει τό χάσμα μεταξύ τῶν λαῶν. Ἡμεῖς πιστεύομεν στερρῶς, ὅτι ἡ ἀνθρωπότης δύναται νά ζήσῃ χωρίς πολέμους καί βίαν.
Ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, ἐκ τῆς φύσεώς της, λειτουργεῖ ὡς παράγων εἰρήνης. Ὄχι μόνον δέεται ὑπέρ τῆς «ἄνωθεν εἰρήνης» καί τῆς «εἰρήνης τοῦ σύμπαντος κόσμου», ἀλλά τονίζει τήν σημασίαν τῆς ἀνθρωπίνης προσπαθείας διά τήν ἑδραίωσίν της. Ἴδιον τοῦ χριστιανοῦ εἶναι πρωτίστως «τό εἰρηνοποιεῖν». Ὁ Χριστός μακαρίζει τούς εἰρηνοποιούς, ὁ ἀγών τῶν ὁποίων εἶναι ἁπτή παρουσία τοῦ Θεοῦ ἐν τῷ κόσμῳ καί εἰκονίζει τήν εἰρήνην τήν «πάντα νοῦν ὑπερέχουσαν» (Φιλιπ. δ´, 7), ἐν τῇ «καινῇ κτίσει», ἐν τῇ εὐλογημένῃ Βασιλείᾳ τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἡ Ἐκκλησία μας, ὡς προσφυῶς τονίζεται εἰς τό κείμενον τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου «Ὑπέρ τῆς τοῦ κόσμου ζωῆς». Τό κοινωνικό ἦθος της Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, «τιμᾷ τούς μάρτυρες, οἱ ὁποῖοι προσέφεραν τή ζωή τους γιά τήν εἰρήνην, ὡς μάρτυρες τῆς δύναμης τῆς ἀγάπης, τοῦ κάλλους τῆς δημιουργίας στήν ἀρχική καί τελική της μορφή, καί τῆς ἰδεώδους ἀνθρωπίνης συμπεριφορᾶς, ὅπως τήν ὑπέδειξε ὁ Χριστός κατά τή διάρκεια τῆς ἐπίγειας διακονίας Του» (§ 44).
Τό Πάσχα εἶναι πανήγυρις ἐλευθερίας, χαρᾶς καί εἰρήνης. Ἀνυμνοῦντες εὐσεβοφρόνως τήν Ἀνάστασιν τοῦ Χριστοῦ καί βιοῦντες ἐν αὐτῇ καί τήν ἰδικήν μας συνανάστασιν, προσκυνοῦντες δέ ἐν πίστει τό μέγα μυστήριον τῆς Θείας Οἰκονομίας, καί μετέχοντες τῆς «κοινῆς τῶν ὅλων πανηγύρεως», ἀπευθύνομεν ἐκ τῆς ἀεί σταυροαναστασίμου πανσέπτου καθέδρας τῆς Ἐκκλησίας Κωνσταντινουπόλεως πρός πάντας ὑμᾶς, τιμιώτατοι ἀδελφοί καί προσφιλέστατα τέκνα, ἐγκάρδιον πασχάλιον χαιρετισμόν, ἐπικαλούμενοι ἐφ᾽ ὑμᾶς τήν χάριν καί τό ἔλεος τοῦ νεκρώσαντος τόν ᾍδην καί χαρισαμένου ἡμῖν τήν αἰώνιον ζωήν Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ τοῦ παντός.
Φανάριον, Ἅγιον Πάσχα,βκβ´
† ὉΚωνσταντινουπόλεως ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟΣ
διάπυρος πρός Χριστόν Ἀναστάντα
Πασχάλιον Μήνυμα 2022
ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΝ ΠΑΤΡΙΑΡΧΕΙΟΝ
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΡΟΔΟΥ
ΚΥΡΙΛΛΟΣ
διά τῆς χάριτος τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ Μητροπολίτης τῆς Ἁγιωτάτης Μητροπόλεως Ῥόδου, πρός τόν ἱερό Κλῆρο καί τόν φιλόχριστο Λαό τῆς καθ̉ ἡμᾶς Ἱερᾶς Μητροπόλεως.
«Αὕτη ἡ κλητή καί ἁγία ἡμέρα, ἡ μία τῶν Σαββάτων, ἡ βασιλίς καί κυρία, ἑορτή ἑορτῶν καί πανήγυρις ἐστί πανηγύρεων..»
Ἀδελφοί καί τέκνα ἐν Κυρίῳ ἀγαπητά.
ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ
«Πάσχα ἱερὸν ἡμῖν σήμερον ἀναδέδεικται». Λαμπροφόρος καί κοσμοχαρμόσυνος ἀνέτειλε ἡ ἡμέρα τῆς Ἀναστάσεως καί ἐμεῖς, ὁ Ὀρθόδοξος λαός, πανηγυρίζουμε ἑόρτια «ἐν Ἐκκλησίᾳ μεγάλῃ» καί ἐξαγγέλουμε τά νικητήρια, ἐκφράζοντες τή διαχρονική αὐτοσυνειδησία τῆς πίστεως. Οἱ καμπάνες τῶν Ναῶν μας διακηρύσσουν μέσα στήν ἀνοιξιάτικη νύκτα τό γεγονός ὅτι «ἀνέστη ὁ Κύριος ὄντως». Ὁ νικηφόρος παιᾶνας «Χριστὸς ἀνέστη ἐκ νεκρῶν, θανάτῳ θάνατον πατήσας...» ἀντηχεῖ στίς καρδιές μας καί ἀνεβαίνει χαιρετισμός χαρᾶς, ἐλπίδας καί εἰρήνης στά χείλη μας.
Ὅμως, οἱ ταραχές καί οἱ πόλεμοι πού συγκλονίζουν τή σημερινή ἀνθρωπότητα, σέ ὅλα τά ἐπίπεδα τῆς ζωῆς, προκαλοῦν τήν ὀξύμωρη ἐντύπωση ὅτι, στήν πραγματικότητα, ζοῦμε μιά συνεχόμενη Μεγάλη Παρασκευή. Στά μέσα ἐνημερώσεως διαρκῶς προβάλλονται ἀπάνθρωπα γεγονότα, ἀνεπανόρθωτες καταστροφές, φόνοι καί διάφορα εἴδη συρροῆς ἐγκλημάτων. Σέ κοινωνικό ἐπίπεδο, ὁ κόσμος φαίνεται νά χωρίζεται σέ διάφορες παρατάξεις πού ἐκφράζουν ἀκραῖες καί ἀντιμαχόμενες ἀπόψεις, ἐνῶ, σέ οἰκογενειακό καί προσωπικό ἐπίπεδο, βιώνεται μιά ἔνταση πού ἐκφράζεται μέ τρόπους πού ὑπονομεύουν τήν ἐμπιστοσύνη, τήν ἐπικοινωνία καί τήν ἑνότητα μεταξύ τῶν συνανθρώπων. Ὅλη αὐτή ἡ κατάσταση δημιουργεῖ τήν ἀπορία περί τῆς σημασίας τοῦ ἑορτασμοῦ αὐτῆς τῆς λαμπρᾶς πανηγύρεως. Ἀκούγοντας τό χαρμόσυνο μήνυμα τῆς νίκης κατά τοῦ θανάτου, τῆς αἰώνιας ζωῆς, τῆς ἀγάπης καί τῆς εἰρήνης, διερωτᾶται κανείς πῶς μπορεῖ αὐτό τό μήνυμα νά εἰσχωρήσει στίς καρδιές τῶν ἀνθρώπων, ὥστε νά ἀλλάξει καί νά γαληνεύσει ὁ κόσμος. Γιά νά λύσουμε αὐτή τήν ἀπορία, πρέπει πρῶτα νά ἀνατρέξουμε στόν Σταυρό, καί μετά νά πορευθοῦμε, μαζί μέ τίς μυροφόρες γυναῖκες, στόν Τάφο τοῦ Κυρίου.
Ἡ δυσκολία νά κατανοήσουμε καί νά βιώσουμε τό μήνυμα τῆς Ἀναστάσεως σχετίζεται μέ τόν λανθασμένο τρόπο πού βιώνουμε τή Σταύρωση. Συνήθως βιώνουμε τή Σταύρωση σάν ἕνα μελοδραματικό γεγονός, παραμένοντας θεατές μιᾶς τραγωδίας, μέ τόν ἴδιο τρόπο πού βλέπουμε ἀπό ἀπόσταση τά λυπηρά γεγονότα πού προβάλλονται καθημερινά στίς ὀθόνες μας. Ἐπιπλέον, ταυτίζουμε τά πάθη τοῦ Ἐσταυρωμένου Ἰησοῦ μέ τίς ἀτομικές μας δυσκολίες, ἀγνοώντας τή σημασία πού ἔχει ἡ θυσιαστική ἀγάπη Του καί λυτρωτική ἐνέργειά Του γιά ὁλάκερη τήν κτίση. Ἔτσι, ὁ Σταυρός γίνεται τό σύμβολο μιᾶς ἀτομικῆς προσπάθειας, μιᾶς ἰδεολογίας ἤ ἑνός κινήματος πού μάχεται γιά ἕνα κοινωνικό «δίκαιο» ἤ μιά ἀτομική δικαίωση πού δέν σχετίζεται μέ τή δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ.
Πράγματι, ὁ Σταυρός εἶναι τό σύμβολο τῆς ταπείνωσης, τοῦ πόνου, τῆς μοναξιᾶς καί τῆς ἀδικίας, ἀλλά εἶναι καί ἡ ἔσχατη ἔνδειξη τῆς δικαιοσύνης τοῦ Θεοῦ, μιᾶς δικαιοσύνης πού βασίζεται στό ἔλεός Του, στή θέλησή Του νά ἀποκαταστήσει τόν κόσμο στήν ἀρχέγονη κατάστασή του, ὥστε ὅλη ἡ ἀνθρωπότητα νά βιώνει μιά ζωντανή σχέση μέ τόν Τριαδικό Θεό. Γι᾿ αὐτό, ὁ Σταυρός εἶναι καί τό σημεῖο τῆς Ἀνάστασης, τῆς συμφιλίωσης καί τῆς ἑνότητας τῶν πάντων.
Τό τραγικό γεγονός τῆς Σταύρωσης εἶναι ὅτι ὁ Χριστός ὑπέφερε στόν Σταυρό ἐπειδή ὁ κόσμος δέν τόν δέχθηκε. Δέν ἀναγνώρισε τή θεϊκή Του φιλανθρωπία καί δέν θέλησε νά συμφιλιωθεῖ καί νά ἑνωθεῖ γύρω ἀπό τή δική Του ἀγάπη. Τότε, τό σκοτάδι σκέπασε ὅλη τή γῆ. Ὅταν ὑποφέρουμε καί ζοῦμε τραγικά γεγονότα, ὅπως αὐτά πού ζοῦμε σήμερα, φανερώνεται ἡ σκοτεινή πραγματικότητα τῆς ἀνθρωπότητας, ὅτι ὁ κόσμος συνεχίζει νά ἐναντιώνεται στήν ἀποκαταστατική δικαιοσύνη τοῦ Σταυροῦ· ὅτι ἀρνεῖται νά συμφιλιωθεῖ καί νά ἑνωθεῖ γύρω ἀπό τόν Θεό. Διαρκῶς σταυρώνουμε τόν Χριστό καί προσπαθοῦμε νά θανατώσουμε τή Ζωή τοῦ κόσμου, ἀλλά ὁ Ζωοδότης δέν μπορεῖ νά περιορίσει καί νά τερματίσει τήν ἀγάπη Του γιά τόν κόσμο. Διαρκῶς θυσιάζεται, γιά νά μᾶς φανερώσει τήν ἀγάπη Του. Στόν Σταυρό, ἁπλώνει τά χέρια Του πλατιά καί μᾶς καλεῖ νά Τόν συναντήσουμε. Κατεβαίνει στόν ἀτομικό μας Ἅδη, ὅπου σκύβει νά μᾶς σηκώσει ἀπό τόν τάφο τῆς κενῆς μας καθημερινότητας καί, μετά, μᾶς ἀνασταίνει σέ μιά νέα ζωή, ὥστε νά ζήσουμε ἑνωμένοι καί πεπληρωμένοι στήν ἀγάπη τοῦ Πατρός καί στήν Αἰώνιά Του Βασιλεία.
Τό βράδυ τῆς Ἀναστάσεως, βλέπουμε τίς μυροφόρες νά πορεύονται μέσα στό σκοτάδι πρός τόν τάφο τοῦ Ἰησοῦ γιά νά «συναντήσουν» τό νεκρό Του σῶμα. Θεωρώντας ὅτι ὁ ἀγαπημένος τους ἦταν θῦμα μιᾶς τραγικῆς ἀδικίας, φέρουν μαζί τους ἀρώματα γιά νά καλύψουν τήν ἀσχήμια τοῦ θανάτου καί νά τιμήσουν τό σῶμα Του, ὥστε νά εἶναι ἕτοιμο γιά νά παραδοθεῖ στή φθορά τοῦ θανάτου, ἀλλά ἡ προσπάθειά τους πέφτει στό κενό. Ἐκεῖ, ὁ Ἄγγελος τούς μηνύει ὅτι δέν πρέπει νά ἀναζητήσουν τόν Κύριο «μετά τῶν νεκρῶν» μέ μάταιες τυπολατρικές πράξεις. Ἀνέστη Χριστός! Πρέπει νά τρέξουν γιά νά Τόν συναντήσουν, ἀλλά πρῶτα πρέπει νά ἑνωθοῦν μέ τούς μαθητές Του καί νά πᾶνε μαζί σέ ἕναν ἄλλο τόπο. «Ἐκεῖ αὐτόν ὄψεσθε», θά ἀκούσουν.
Ἀγαπητοί ἀδελφοί καί τέκνα ἐν Κυρίῳ.
Τό σκοτάδι τῶν τραγικῶν γεγονότων πού βιώνουμε σήμερα, τό διαπερνᾶ τό φῶς τῆς Ἀναστάσεως. «Νῦν πάντα πεπλήρωται φωτός, οὐρανός τε καί ἡ γῆ, καί τά καταχθόνια». Ὅλη ἡ κτίση ἀποκαθίσταται ἐκ νέου. «Τά ἀρχαῖα παρῆλθεν, ἰδού γέγονεν καινά τά πάντα». Τό φῶς τοῦ Χριστοῦ φωτίζει τό σκοτάδι τοῦ κόσμου καί δίνει μιά ἄλλη διάσταση στή ζωή. Ὁ Ἀναστημένος Χριστός ἔρχεται ὡς νικητής τῆς ἔχθρας καί τῆς ἀντιπαλότητας. Ἔρχεται γιά νά μᾶς συναντήσει, ὥστε νά γίνουμε κοινωνοί τῆς Θείας Φύσεως. Ζητάει νά ἀλλάξουμε τόν τρόπο πού ζοῦμε· νά ἀφήσουμε πίσω μας τίς νεκρές πράξεις, πού μόνο θλίψη φέρουν· νά Τοῦ ἐπιτρέψουμε νά μᾶς ἀναστήσει· νά μᾶς χαρίσει τήν εἰρήνη πού παρέχει· νά μᾶς ντύσει μέ τό φωτεινό ἔνδυμα τῆς Ἀναστάσεως· νά συμβιώσουμε μαζί Του στήν καινή του Βασιλεία. Στή συνέχεια, θά μᾶς ἀναθέσει τή «διακονία τῆς καταλλαγῆς», τό νά ἀναγγείλουμε τό γεγονός τῆς συμφιλίωσης σέ ὅλο τόν κόσμο. Τότε, τά γεγονότα τοῦ κόσμου τούτου δέν θά δεσπόζουν στήν καρδιά μας, ἀλλά θά δεσπόζει τό Φῶς τοῦ Ἀναστάντος Χριστοῦ.
Χριστός ἀνέστη, ἀδελφοί καί τέκνα ἐν Κυρίῳ. Εὐχόμαστε τοῦτο τό φῶς, τό ἀνέσπερο φῶς τῆς Ἀναστάσεως νὰ λάμψει στίς καρδιές μας, νά κατακλύσει τήν οἰκουμένη καί νά διαλύσει κάθε σκοτάδι πού ταλαιπωρεῖ τή σύγχρονη ἀνθρωπότητα. Χρόνια πολλά καί εὐλογημένα, πλήρη ἀναστασίμου φωτός καί πασχάλιας χαρᾶς.
Ἅγιον Πάσχα τοῦ δισχιλιοστοῦ καὶ εἰκοστοῦ δευτέρου σωτηρίου ἔτους
Διάπυρος πρὸς Χριστὸν Ἀναστάντα εὐχέτης πάντων ἡμῶν.
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
†Ο ΡΟΔΟΥ ΚΥΡΙΛΛΟΣ
εὐχέτης πάντων ὑμῶν.